ἑτερώνιος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst

Menander, Monostichoi, 142
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἑτερώνιος]], -ον (Μ)<br />αυτός που [[είναι]] [[κτήμα]], [[ιδιοκτησία]] άλλων, ο αγορασμένος από άλλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έτερος]] <span style="color: red;">+</span> αιολ. κατάλ. -<i>ώνιος</i>, αντίστοιχη της -<i>οιος</i> ([[πρβλ]]. <i>αλλ</i>-<i>ώνιος</i>)].
|mltxt=[[ἑτερώνιος]], -ον (Μ)<br />αυτός που [[είναι]] [[κτήμα]], [[ιδιοκτησία]] άλλων, ο αγορασμένος από άλλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έτερος]] <span style="color: red;">+</span> αιολ. κατάλ. -<i>ώνιος</i>, αντίστοιχη της -<i>οιος</i> ([[πρβλ]]. [[αλλώνιος]])].
}}
}}

Revision as of 07:05, 13 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτερώνιος Medium diacritics: ἑτερώνιος Low diacritics: ετερώνιος Capitals: ΕΤΕΡΩΝΙΟΣ
Transliteration A: heterṓnios Transliteration B: heterōnios Transliteration C: eteronios Beta Code: e(terw/nios

English (LSJ)

ον, another's property, Eust.1214.27, cf. Hsch.

Greek Monolingual

ἑτερώνιος, -ον (Μ)
αυτός που είναι κτήμα, ιδιοκτησία άλλων, ο αγορασμένος από άλλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έτερος + αιολ. κατάλ. -ώνιος, αντίστοιχη της -οιος (πρβλ. αλλώνιος)].