σχηματοποιία: Difference between revisions

From LSJ

ἀνήρ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ προσκολληθήσεται → a man cleaves each to his fellow, each to one's fellow

Source
mNo edit summary
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=schimatopoiia
|Transliteration C=schimatopoiia
|Beta Code=sxhmatopoii/a
|Beta Code=sxhmatopoii/a
|Definition=ἡ,<br><b class="num">1.</b>[[configuration]], [[grouping]], of a [[constellation]], Eratosth. ''Cat.'' 3.<br><b class="num">2.</b>in writings, [[mannerism]], Aristid. ''Rh.'' 2 p. 535S. (pl.).<br><b class="num">3.</b>[[pantomimic gesticulation]], Ath. 14.628e.
|Definition=ἡ,1.[[configuration]], [[grouping]], of a [[constellation]], Eratosth. ''Cat.'' 3.2.in writings, [[mannerism]], Aristid. ''Rh.'' 2 p. 535S. (pl.).3.[[pantomimic gesticulation]], Ath. 14.628e.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σχηματοποιία''': ἡ, ἡ σχετικὴ [[θέσις]] ἀστέρων, [[σύμπλεγμα]] αὐτῶν, ἐπὶ ἀστερισμῶν, Ἐρατοσθ. Καταστ. 3. 2) ἐν συγγράμμασιν, ὁ [[ἰδιαίτερος]] [[τρόπος]] τοῦ συγγραφέως, ὁ τυπικὸς καὶ [[προσκορής]], Ἀριστείδ. ἐν Ρήτορσι (Walz) 9. 440. 3) παντομιμικὴ [[χειρονομία]], Ἀθήν. 628Ε.
|lstext='''σχηματοποιία''': ἡ, ἡ σχετικὴ [[θέσις]] ἀστέρων, [[σύμπλεγμα]] αὐτῶν, ἐπὶ ἀστερισμῶν, Ἐρατοσθ. Καταστ. 3. 2) ἐν συγγράμμασιν, ὁ [[ἰδιαίτερος]] [[τρόπος]] τοῦ συγγραφέως, ὁ τυπικὸς καὶ [[προσκορής]], Ἀριστείδ. ἐν Ρήτορσι (Walz) 9. 440. 3) παντομιμικὴ [[χειρονομία]], Ἀθήν. 628Ε.
}}
}}

Latest revision as of 09:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχημᾰτοποιία Medium diacritics: σχηματοποιία Low diacritics: σχηματοποιία Capitals: ΣΧΗΜΑΤΟΠΟΙΙΑ
Transliteration A: schēmatopoiía Transliteration B: schēmatopoiia Transliteration C: schimatopoiia Beta Code: sxhmatopoii/a

English (LSJ)

ἡ,1.configuration, grouping, of a constellation, Eratosth. Cat. 3.2.in writings, mannerism, Aristid. Rh. 2 p. 535S. (pl.).3.pantomimic gesticulation, Ath. 14.628e.

Greek (Liddell-Scott)

σχηματοποιία: ἡ, ἡ σχετικὴ θέσις ἀστέρων, σύμπλεγμα αὐτῶν, ἐπὶ ἀστερισμῶν, Ἐρατοσθ. Καταστ. 3. 2) ἐν συγγράμμασιν, ὁ ἰδιαίτερος τρόπος τοῦ συγγραφέως, ὁ τυπικὸς καὶ προσκορής, Ἀριστείδ. ἐν Ρήτορσι (Walz) 9. 440. 3) παντομιμικὴ χειρονομία, Ἀθήν. 628Ε.