πρόσραμμα: Difference between revisions

From LSJ

γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules

Source
(10)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=prosramma
|Transliteration C=prosramma
|Beta Code=pro/sramma
|Beta Code=pro/sramma
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">patch</b>, Phot. s.v. [[ὀχθοίβους]].</span>
|Definition=-ατος, τό, [[patch]], Phot. [[sub verbo|s.v.]] [[ὀχθοίβους]].
}}
{{ls
|lstext='''πρόσραμμα''': τό, τὸ προσραπτόμενον ἐπὶ χιτῶνος, [[ἐπίβλημα]], Φώτ. 366 ἐν λ. ὀχθοίβους.
}}
{{grml
|mltxt=το, ΝΜΑ [[προσράπτω]]<br />το [[αποτέλεσμα]] του [[προσράπτω]], [[καθετί]] που προστίθεται με [[ραφή]] [[πάνω]] σε [[κάτι]] [[άλλο]], το [[μπάλωμα]].
}}
}}

Latest revision as of 09:34, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόσραμμα Medium diacritics: πρόσραμμα Low diacritics: πρόσραμμα Capitals: ΠΡΟΣΡΑΜΜΑ
Transliteration A: prósramma Transliteration B: prosramma Transliteration C: prosramma Beta Code: pro/sramma

English (LSJ)

-ατος, τό, patch, Phot. s.v. ὀχθοίβους.

Greek (Liddell-Scott)

πρόσραμμα: τό, τὸ προσραπτόμενον ἐπὶ χιτῶνος, ἐπίβλημα, Φώτ. 366 ἐν λ. ὀχθοίβους.

Greek Monolingual

το, ΝΜΑ προσράπτω
το αποτέλεσμα του προσράπτω, καθετί που προστίθεται με ραφή πάνω σε κάτι άλλο, το μπάλωμα.