γαλλικός: Difference between revisions
From LSJ
Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.
(8) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=gallikos | |Transliteration C=gallikos | ||
|Beta Code=galliko/s | |Beta Code=galliko/s | ||
|Definition= | |Definition=γαλλική, γαλλικόν, perhaps [[gelded]], POxy.1836 (v/vi A. D.). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Γαλλία<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>Γαλλική</i> (και το ουδ. πληθ.) <i>τα Γαλλικά</i> <b>ως ουσ.</b><br />η γαλλική [[γλώσσα]]. | |mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Γαλλία<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>Γαλλική</i> (και το ουδ. πληθ.) <i>τα Γαλλικά</i> <b>ως ουσ.</b><br />η γαλλική [[γλώσσα]]. | ||
}} | }} |