Ἀΐδας: Difference between revisions
From LSJ
ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν → what we have to learn to do we learn by doing
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext=''' | |lsmtext='''Ἀΐδας:''' Δωρ. αντί <i>Ἀΐδης</i>, [[Ἅιδης]], [[συχνά]] απαντά στα λυρικά χωρία των Τραγ. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:35, 25 August 2023
English (LSJ)
Dor. for Ἀΐδης, Ἅιδης, freq. in lyr. passages of Trag.
Spanish (DGE)
v. ᾍδης.
French (Bailly abrégé)
gén. Ἀΐδα;
dor. trag. et lyr. c. ᾍδης.
Russian (Dvoretsky)
Ἀΐδᾱς: (ᾱῐ) ὁ дор. = Ἃιδης.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀΐδας: Δωρ. ἀντὶ τοῦ Ἀΐδής, Ἅιδης, συχν. ἐν λυρικοῖς χωρίοις τῶν Τραγ.
Greek Monotonic
Ἀΐδας: Δωρ. αντί Ἀΐδης, Ἅιδης, συχνά απαντά στα λυρικά χωρία των Τραγ.