ἀναγωγεύς: Difference between revisions
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anagogeys | |Transliteration C=anagogeys | ||
|Beta Code=a)nagwgeu/s | |Beta Code=a)nagwgeu/s | ||
|Definition=έως, ὁ, < | |Definition=-έως, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[one that brings up from below]], ψυχῶν ἀ. Procl. ''H.''1.34.<br><span class="bld">II</span> [[strap for holding a shield]], Eust.995.26: in plural, [[straps which keep up the sandal]] round the [[foot]], Ael.''VH''9.11, Ath.12.543f. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-έως, ὁ<br /><b class="num">1</b> [[el que guía hacia arriba]], [[que eleva]] ψυχῶν como epít. del Sol, Procl.<i>H</i>.1.34<br /><b class="num">•</b>fig. ἡ πίστις ὑμῶν ἀ. ὑμῶν Ign.<i>Eph</i>.9.1.<br /><b class="num">2</b> [[correa]] para [[sujetar]] el [[escudo]], Eust.995.26<br /><b class="num">•</b>plu. para sujetar las sandalias, Ael.<i>VH</i> 9.11, Ath.543f.<br /><b class="num">3</b> ὁ Ἀναγωγεύς = [[el que eleva]] [[divinidad]] acompañante del Sol, quizá Atis identificado con los rayos del Sol que elevan, Procl.<i>in Ti</i>.1.34.20. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναγωγεύς''': έως, ὁ, ὁ ἐκ τῶν [[κάτω]] πρὸς τὰ ἄνω ἄγων, ὁ ἀναβιβάζων, ψυχῶν ἀν. Πρόκλ. ὕμ. εἰς Ἥλ. 34. 2) μηχανὴ πρὸς ἀναγωγὴν ὕδατος, Εὐστ. Πονημάτ. 328. 25. ΙΙ. ὁ ἱμὰς δι’ οὗ κρατεῖται ἄνω ἡ [[ἀσπίς]], ὁ ἄλλως τελαμὼν ἢ [[ἀναφορεύς]], Εὐστ. 995. 26: ― ἀναγωγεῖς ἐκαλοῦντο τὰ λωρία, τὰ ὁποῖα ἐτήρουν τὸ [[σανδάλιον]] προσηρμοσμένον εἰς τὸν [[πόδα]], στερεούμενα [[ἔμπροσθεν]] διὰ τῶν ἀνασπαστῶν Αἰλ. Π. Ἱ. 9. 11 (ὅρα καὶ τὴν σημείωσιν τοῦ Perizon.), Ἀθήν. 543F. | |lstext='''ἀναγωγεύς''': έως, ὁ, ὁ ἐκ τῶν [[κάτω]] πρὸς τὰ ἄνω ἄγων, ὁ ἀναβιβάζων, ψυχῶν ἀν. Πρόκλ. ὕμ. εἰς Ἥλ. 34. 2) μηχανὴ πρὸς ἀναγωγὴν ὕδατος, Εὐστ. Πονημάτ. 328. 25. ΙΙ. ὁ ἱμὰς δι’ οὗ κρατεῖται ἄνω ἡ [[ἀσπίς]], ὁ ἄλλως τελαμὼν ἢ [[ἀναφορεύς]], Εὐστ. 995. 26: ― ἀναγωγεῖς ἐκαλοῦντο τὰ λωρία, τὰ ὁποῖα ἐτήρουν τὸ [[σανδάλιον]] προσηρμοσμένον εἰς τὸν [[πόδα]], στερεούμενα [[ἔμπροσθεν]] διὰ τῶν ἀνασπαστῶν Αἰλ. Π. Ἱ. 9. 11 (ὅρα καὶ τὴν σημείωσιν τοῦ Perizon.), Ἀθήν. 543F. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:43, 25 August 2023
English (LSJ)
-έως, ὁ,
A one that brings up from below, ψυχῶν ἀ. Procl. H.1.34.
II strap for holding a shield, Eust.995.26: in plural, straps which keep up the sandal round the foot, Ael.VH9.11, Ath.12.543f.
Spanish (DGE)
-έως, ὁ
1 el que guía hacia arriba, que eleva ψυχῶν como epít. del Sol, Procl.H.1.34
•fig. ἡ πίστις ὑμῶν ἀ. ὑμῶν Ign.Eph.9.1.
2 correa para sujetar el escudo, Eust.995.26
•plu. para sujetar las sandalias, Ael.VH 9.11, Ath.543f.
3 ὁ Ἀναγωγεύς = el que eleva divinidad acompañante del Sol, quizá Atis identificado con los rayos del Sol que elevan, Procl.in Ti.1.34.20.
German (Pape)
[Seite 185] ὁ, der Heraufführer, ψυχῶν, von dem die Seelen zur höhern Region des Lichts hinausführenden Gotte, Procl. Hymn. Ein zum Herausziehen dienender Riemen, Strick, Schildhalter, Eusth.; Schuhriemen, oder das Hinterblatt der Schuhe, βλαυτῶν, Ael. V. H. 9, 11 Ath. XII, 543 f.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναγωγεύς: έως, ὁ, ὁ ἐκ τῶν κάτω πρὸς τὰ ἄνω ἄγων, ὁ ἀναβιβάζων, ψυχῶν ἀν. Πρόκλ. ὕμ. εἰς Ἥλ. 34. 2) μηχανὴ πρὸς ἀναγωγὴν ὕδατος, Εὐστ. Πονημάτ. 328. 25. ΙΙ. ὁ ἱμὰς δι’ οὗ κρατεῖται ἄνω ἡ ἀσπίς, ὁ ἄλλως τελαμὼν ἢ ἀναφορεύς, Εὐστ. 995. 26: ― ἀναγωγεῖς ἐκαλοῦντο τὰ λωρία, τὰ ὁποῖα ἐτήρουν τὸ σανδάλιον προσηρμοσμένον εἰς τὸν πόδα, στερεούμενα ἔμπροσθεν διὰ τῶν ἀνασπαστῶν Αἰλ. Π. Ἱ. 9. 11 (ὅρα καὶ τὴν σημείωσιν τοῦ Perizon.), Ἀθήν. 543F.