ἀνατρεπτέον: Difference between revisions
From LSJ
Τὰ μικρὰ κέρδη ζημίας μεγάλας (μείζονας βλάβας) φέρει → Minora noxas lucra maiores ferunt → Die kleinen Ränke tragen große Strafe ein
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anatrepteon | |Transliteration C=anatrepteon | ||
|Beta Code=a)natrepte/on | |Beta Code=a)natrepte/on | ||
|Definition= | |Definition=<span class="bld">A</span> [[one must overthrow]], [[refute]], Luc.''Herm.''49, Gal.4.620.<br><span class="bld">2</span> [[one must go back]], [[return]], Orib.''Fr.''142. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[hay que refutar]] τὰ ἤδη ὡμολογημένα Luc.<i>Herm</i>.49, cf. Gal.4.620.<br /><b class="num">2</b> [[hay que volver]] Orib.<i>Ec</i>.146.13. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνατρεπτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[ἀνατρέπω]], πρέπει τις νὰ ἀνατρέψῃ, νὰ ἀναιρέσῃ, [[ἀνατρεπτέον]] ἐκεῖνα τὰ ἤδη ὡμολογημένα Λουκ. Ἐρμότ. 49. | |lstext='''ἀνατρεπτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[ἀνατρέπω]], πρέπει τις νὰ ἀνατρέψῃ, νὰ ἀναιρέσῃ, [[ἀνατρεπτέον]] ἐκεῖνα τὰ ἤδη ὡμολογημένα Λουκ. Ἐρμότ. 49. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνατρεπτέον:''' ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να ανατρέψει, σε Λουκ. | |lsmtext='''ἀνατρεπτέον:''' ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να ανατρέψει, σε Λουκ. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:01, 25 August 2023
English (LSJ)
A one must overthrow, refute, Luc.Herm.49, Gal.4.620.
2 one must go back, return, Orib.Fr.142.
Spanish (DGE)
1 hay que refutar τὰ ἤδη ὡμολογημένα Luc.Herm.49, cf. Gal.4.620.
2 hay que volver Orib.Ec.146.13.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνατρεπτέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἀνατρέπω, πρέπει τις νὰ ἀνατρέψῃ, νὰ ἀναιρέσῃ, ἀνατρεπτέον ἐκεῖνα τὰ ἤδη ὡμολογημένα Λουκ. Ἐρμότ. 49.
Greek Monotonic
ἀνατρεπτέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να ανατρέψει, σε Λουκ.