διαπλαστικός: Difference between revisions

From LSJ

Λόγῳ με πεῖσον, φαρμάκῳ σοφωτάτῳ → Oratione leni, medicina optima → Mit Worten überzeuge mich, der klügsten Medizin

Menander, Monostichoi, 313
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=diaplastikos
|Transliteration C=diaplastikos
|Beta Code=diaplastiko/s
|Beta Code=diaplastiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[formative]], δύναμις <span class="bibl">Alex.Aphr.<span class="title">Pr.</span>1.47</span>, <span class="bibl">Gal.<span class="title">Nat.Fac.</span>1.6</span>.</span>
|Definition=διαπλαστική, διαπλαστικόν, [[formative]], δύναμις Alex.Aphr.''Pr.''1.47, Gal.''Nat.Fac.''1.6.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[capaz de tomar forma o ser formado]] αἱ τῶν ἐμβρύων διαπλαστικαὶ φύσεις Alcin.178.35.<br /><b class="num">2</b> [[que configura o da forma]] [[δύναμις]] Gal.2.15, Alex.Aphr.<i>Pr</i>.2.47, [[δύναμις]] ... κινητική τε καὶ δ. Gal.4.611, cf. 642, ἡ δ. τοῦ κηροῦ [[ἐνέργεια]] Simp.<i>in Ph</i>.445.28, [[γένεσις]] Phlp.<i>in GA</i> 80.10, οἱ φυσικοὶ λόγοι Phlp.<i>in de An</i>.13.28<br /><b class="num"></b>subst. ἡ δ. [[modelación]], [[conformación]] del feto, Orib.<i>Inc</i>.8.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαπλαστικός''': -ή, -όν, ἡ διαπλαστικὴ τοῦ θεοῦ [[δημιουργία]] Θεόφιλ. Πρωτοσπ. (Greenhill. σ. 205. 7).
|lstext='''διαπλαστικός''': -ή, -όν, ἡ διαπλαστικὴ τοῦ θεοῦ [[δημιουργία]] Θεόφιλ. Πρωτοσπ. (Greenhill. σ. 205. 7).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[capaz de tomar forma o ser formado]] αἱ τῶν ἐμβρύων διαπλαστικαὶ φύσεις Alcin.178.35.<br /><b class="num">2</b> [[que configura o da forma]] [[δύναμις]] Gal.2.15, Alex.Aphr.<i>Pr</i>.2.47, [[δύναμις]] ... κινητική τε καὶ δ. Gal.4.611, cf. 642, ἡ δ. τοῦ κηροῦ [[ἐνέργεια]] Simp.<i>in Ph</i>.445.28, [[γένεσις]] Phlp.<i>in GA</i> 80.10, οἱ φυσικοὶ λόγοι Phlp.<i>in de An</i>.13.28<br /><b class="num">•</b>subst. ἡ δ. [[modelación]], [[conformación]] del feto, Orib.<i>Inc</i>.8.2.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[διάπλαση]].
|mltxt=-ή, -ό<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[διάπλαση]].
}}
}}

Latest revision as of 11:30, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπλαστικός Medium diacritics: διαπλαστικός Low diacritics: διαπλαστικός Capitals: ΔΙΑΠΛΑΣΤΙΚΟΣ
Transliteration A: diaplastikós Transliteration B: diaplastikos Transliteration C: diaplastikos Beta Code: diaplastiko/s

English (LSJ)

διαπλαστική, διαπλαστικόν, formative, δύναμις Alex.Aphr.Pr.1.47, Gal.Nat.Fac.1.6.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
1 capaz de tomar forma o ser formado αἱ τῶν ἐμβρύων διαπλαστικαὶ φύσεις Alcin.178.35.
2 que configura o da forma δύναμις Gal.2.15, Alex.Aphr.Pr.2.47, δύναμις ... κινητική τε καὶ δ. Gal.4.611, cf. 642, ἡ δ. τοῦ κηροῦ ἐνέργεια Simp.in Ph.445.28, γένεσις Phlp.in GA 80.10, οἱ φυσικοὶ λόγοι Phlp.in de An.13.28
subst. ἡ δ. modelación, conformación del feto, Orib.Inc.8.2.

German (Pape)

[Seite 595] ausbildend, gestaltend.

Greek (Liddell-Scott)

διαπλαστικός: -ή, -όν, ἡ διαπλαστικὴ τοῦ θεοῦ δημιουργία Θεόφιλ. Πρωτοσπ. (Greenhill. σ. 205. 7).

Greek Monolingual

-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη διάπλαση.