ἀποστέγασμα: Difference between revisions
From LSJ
ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=apostegasma | |Transliteration C=apostegasma | ||
|Beta Code=a)poste/gasma | |Beta Code=a)poste/gasma | ||
|Definition=ατος, τό, | |Definition=-ατος, τό, [[protection against]], ψύχους [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[De Causis Plantarum|CP]]'' 5.13.3. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό [[protección contra]] τοῦ ψύχους Thphr.<i>CP</i> 5.13.3. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποστέγασμα''': τό, [[στέγασμα]] [[ἐναντίον]] τινός, ἔχει προβολὴν καὶ [[οἷον]] [[ἀποστέγασμα]] τοῦ ψύχους τὴν ἀλμυρίδα Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 5. 13, 3. | |lstext='''ἀποστέγασμα''': τό, [[στέγασμα]] [[ἐναντίον]] τινός, ἔχει προβολὴν καὶ [[οἷον]] [[ἀποστέγασμα]] τοῦ ψύχους τὴν ἀλμυρίδα Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 5. 13, 3. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀποστέγασμα]], το (Α)<br />[[σκέπη]] για να φυλαχθεί [[κανείς]] από [[κάτι]] («[[ἀποστέγασμα]] ψύχους»). | |mltxt=[[ἀποστέγασμα]], το (Α)<br />[[σκέπη]] για να φυλαχθεί [[κανείς]] από [[κάτι]] («[[ἀποστέγασμα]] ψύχους»). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:32, 25 August 2023
English (LSJ)
-ατος, τό, protection against, ψύχους Thphr. CP 5.13.3.
Spanish (DGE)
-ματος, τό protección contra τοῦ ψύχους Thphr.CP 5.13.3.
German (Pape)
[Seite 326] τό, Schutzdach, ψύχους, zur Abhaltung der Kälte, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποστέγασμα: τό, στέγασμα ἐναντίον τινός, ἔχει προβολὴν καὶ οἷον ἀποστέγασμα τοῦ ψύχους τὴν ἀλμυρίδα Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 5. 13, 3.
Greek Monolingual
ἀποστέγασμα, το (Α)
σκέπη για να φυλαχθεί κανείς από κάτι («ἀποστέγασμα ψύχους»).