ἰδιότοπος: Difference between revisions

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)]" to "πρβλ. $2$4]")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=idiotopos
|Transliteration C=idiotopos
|Beta Code=i)dio/topos
|Beta Code=i)dio/topos
|Definition=ον, [[of their own district]], [[βασιλεῖς]] cj. in <span class="title">Peripl.M.Rubr.</span>47.
|Definition=ἰδιότοπον, [[of their own district]], [[βασιλεῖς]] cj. in ''Peripl.M.Rubr.''47.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰδιότοπος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει δικό του [[τόπο]] («ἰδιότοποι βασιλεῖς» — οι βασιλείς που βασιλεύουν σε ξεχωριστή ο [[καθένας]] [[χώρα]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιδιο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τοπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόπος]]), [[πρβλ]]. [[άτοπος]]].
|mltxt=[[ἰδιότοπος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει δικό του [[τόπο]] («ἰδιότοποι βασιλεῖς» — οι βασιλείς που βασιλεύουν σε ξεχωριστή ο [[καθένας]] [[χώρα]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιδιο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τοπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόπος]]), [[πρβλ]]. [[άτοπος]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:43, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰδῐότοπος Medium diacritics: ἰδιότοπος Low diacritics: ιδιότοπος Capitals: ΙΔΙΟΤΟΠΟΣ
Transliteration A: idiótopos Transliteration B: idiotopos Transliteration C: idiotopos Beta Code: i)dio/topos

English (LSJ)

ἰδιότοπον, of their own district, βασιλεῖς cj. in Peripl.M.Rubr.47.

Greek Monolingual

ἰδιότοπος, -ον (Α)
αυτός που έχει δικό του τόπο («ἰδιότοποι βασιλεῖς» — οι βασιλείς που βασιλεύουν σε ξεχωριστή ο καθένας χώρα).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιο- + -τοπος (< τόπος), πρβλ. άτοπος].