ἀναμνηστός: Difference between revisions
From LSJ
Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε, μὴ καθυστέρει → Cura hospitalis esse nec in hoc sis piger → Sei stets auf Gastfreundschaft bedacht und säume nicht
(big3_4) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anamnistos | |Transliteration C=anamnistos | ||
|Beta Code=a)namnhsto/s | |Beta Code=a)namnhsto/s | ||
|Definition= | |Definition=ἀναμνηστόν, [[that which one can recollect]], Pl.''Men.''87b. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-όν<br />[[que puede ser objeto de reminiscencia]] ([[ἀρετή]]) [[ἆρα]] διδακτὸν ἢ οὔ, ἢ ... ἀναμνηστόν; Pl.<i>Men</i>.87b. | |||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />[[dont on peut se souvenir]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀναμιμνῄσκω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναμνηστός''': -όν, ὅν τις δύναται νὰ ἀναμνησθῇ, - τὸ ἀναμνηστόν, τὸ δυνάμενον νὰ ἔλθῃ ἢ τὸ ἐρχόμενον εἰς τὴν μνήμην, Πλάτ. Μένων 87B. | |lstext='''ἀναμνηστός''': -όν, ὅν τις δύναται νὰ ἀναμνησθῇ, - τὸ ἀναμνηστόν, τὸ δυνάμενον νὰ ἔλθῃ ἢ τὸ ἐρχόμενον εἰς τὴν μνήμην, Πλάτ. Μένων 87B. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{lsm | ||
| | |lsmtext='''ἀναμνηστός:''' -όν (ἀνα-[[μιμνῄσκω]]), αυτός που μπορεί να ανακληθεί στην [[μνήμη]], σε Πλάτ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{mdlsj | ||
| | |mdlsjtxt=[[ἀναμιμνήσκω]]<br />that [[which]] one can [[recollect]], Plat. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:01, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀναμνηστόν, that which one can recollect, Pl.Men.87b.
Spanish (DGE)
-όν
que puede ser objeto de reminiscencia (ἀρετή) ἆρα διδακτὸν ἢ οὔ, ἢ ... ἀναμνηστόν; Pl.Men.87b.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
dont on peut se souvenir.
Étymologie: ἀναμιμνῄσκω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναμνηστός: -όν, ὅν τις δύναται νὰ ἀναμνησθῇ, - τὸ ἀναμνηστόν, τὸ δυνάμενον νὰ ἔλθῃ ἢ τὸ ἐρχόμενον εἰς τὴν μνήμην, Πλάτ. Μένων 87B.
Greek Monotonic
ἀναμνηστός: -όν (ἀνα-μιμνῄσκω), αυτός που μπορεί να ανακληθεί στην μνήμη, σε Πλάτ.
Middle Liddell
ἀναμιμνήσκω
that which one can recollect, Plat.