ἀναιτίατος: Difference between revisions
From LSJ
ἐπέμψατε ἀγγέλους τοῖς ἀλλήλοις ὥστε ἔγνωτε τὸν κίνδυνον → you sent messengers to one another so that you knew the danger
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anaitiatos | |Transliteration C=anaitiatos | ||
|Beta Code=a)naiti/atos | |Beta Code=a)naiti/atos | ||
|Definition= | |Definition=ἀναιτίατον, [[unblamed]], Ion Trag. ap. Phot.p.113R. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 12:15, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀναιτίατον, unblamed, Ion Trag. ap. Phot.p.113R.
Spanish (DGE)
(ἀναιτίᾱτος) -ον
no acusado οὐδεὶς ἀναιτίατος ἀγγέλλων κακά nadie que anuncia desgracias deja de recibir acusaciones Io Trag.8a.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναιτίατος: -ον, ὃν δὲν αἰτιώμεθα, ἀκατηγόρητος, Κ. Μανασσ. Χρ. 3368.
Greek Monolingual
-η, -ο (ΑΜ ἀναιτίατος, -ον)
(αρχ.-νεοελλ.) αυτός που δεν κατηγορήθηκε, ακατηγόρητος, άμεμπτος
μσν.
αυτός που δεν φέρει ευθύνη, μη υπεύθυνος, ανεύθυνος.