πλουτοτραφής: Difference between revisions
From LSJ
τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ploutotrafis | |Transliteration C=ploutotrafis | ||
|Beta Code=ploutotrafh/s | |Beta Code=ploutotrafh/s | ||
|Definition= | |Definition=πλουτοτραφές, [[bred in riches]], Eust.835.37. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 12:20, 25 August 2023
English (LSJ)
πλουτοτραφές, bred in riches, Eust.835.37.
Greek (Liddell-Scott)
πλουτοτρᾰφής: -ές, ἀνατεθραμμένος ἐν πλούτῳ, Εὐστ. 835. 37.
Greek Monolingual
-ές, ΜΑ
αυτός που έχει ανατραφεί μέσα στα πλούτη (α. «τοιοῦτοι γὰρ ὡς τὰ πολλὰ oἱ πλουτοτραφεῖς», Ευστ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλοῦτος + -τραφής (< συνεσταλμένη βαθμίδα τραφ- του τρέφω), πρβλ. μηροτραφής].