Ἡφαίστειος: Difference between revisions

From LSJ

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Ἡφαίστειος]], η, ον<br />[[of Hephaestus]]: [[Ἡφαιστεῖον]] or [[Ἡφαίστειον]] (sc. [[ἱερόν]]), [[temple of Hephaestus]], Hdt., Dem., etc.:— [[Ἡφαίστεια]] (sc. [[ἱερά]]), τά, his [[festival]], the Lat. [[Vulcanalia]], Xen.
|mdlsjtxt=[[Ἡφαίστειος]], η, ον = [[of Hephaestus]]: [[Ἡφαιστεῖον]] or [[Ἡφαίστειον]] (sc. [[ἱερόν]]), [[temple of Hephaestus]], Hdt., Dem., etc.:— [[Ἡφαίστεια]] (sc. [[ἱερά]]), τά, his [[festival]], the Lat. [[Vulcanalia]], Xen.
}}
}}
{{bailly
{{bailly

Revision as of 18:40, 17 December 2023

Middle Liddell

Ἡφαίστειος, η, ον = of Hephaestus: Ἡφαιστεῖον or Ἡφαίστειον (sc. ἱερόν), temple of Hephaestus, Hdt., Dem., etc.:— Ἡφαίστεια (sc. ἱερά), τά, his festival, the Lat. Vulcanalia, Xen.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
d'Héphæstos;
subst. τὰ Ἡφαίστεια XÉN fêtes d'Héphæstos.
Étymologie: Ἥφαιστος.

Greek (Liddell-Scott)

Ἡφαίστειος: -α, -ον, τοῦ Ἡφαίστου ἢ ἀνήκων εἰς αὐτόν, Ἡφαίστειον (ἐξυπ. ἱερόν), τό, ναὸς τοῦ Ἡφαίστου, Ἡρόδ. 2. 110, 121, 176, Δημ.., κλ.· - Ἡφαίστεια (ἐνν. ἱερά), τά, ἡ ἑορτὴ αὐτοῦ, τὸ Λατ. Vulcanalia, Ἀνδοκ. 17. 20, Ξεν. Ἀθην. 3, 4. - Ἡφαίστια διὰ τοῦ ι ἐν Ἀριστ. Ἀθην. Πολ. 78, 17 (Blass).

Greek Monotonic

Ἡφαίστειος: -α, -ον, αυτός που ανήκει στον Ήφαιστο· Ἡφαιστεῖον ή Ἡφαίστειον (ενν. ἱερόν), τό, το ιερό του Ηφαίστου, σε Ηρόδ., Δημ. κ.λπ.· Ἡφαίστεια (ενν. ἱερά), τά, η γιορτή προς τιμήν του Ηφαίστου, το Λατ. Vulcanalia, σε Ξεν.