στηλοβάτης: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς πάντα τιμῆς ἐστι πλὴν τρόπου κακοῦ → Ut cuncta nunc sunt cara, nisi mores mali → Charakterlosigkeit allein bleibt ohne Ehr

Menander, Monostichoi, 559
m (LSJ1 replacement)
mNo edit summary
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=στηλοβάτης
|Full diacritics=στηλοβᾰ́της
|Medium diacritics=στηλοβάτης
|Medium diacritics=στηλοβάτης
|Low diacritics=στηλοβάτης
|Low diacritics=στηλοβάτης
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=stilovatis
|Transliteration C=stilovatis
|Beta Code=sthloba/ths
|Beta Code=sthloba/ths
|Definition=ου, ὁ, = [[στηλίτης]] (of a [[στήλη]], like a [[στήλη]], [[inscribe]]d on a [[στήλη]], [[posted]]) II, Tz. ''H.'' 9.330.
|Definition=στηλοβάτου, ὁ, = [[στηλίτης]] II, Tz. ''H.'' 9.330.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Μ<br />αυτός που ανεβαίνει σε [[στήλη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στήλη]] <span style="color: red;">+</span> -[[βάτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>ορει</i>-[[βάτης]], <i>στυλο</i>-[[βάτης]].
|mltxt=ὁ, Μ<br />αυτός που ανεβαίνει σε [[στήλη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στήλη]] <span style="color: red;">+</span> -[[βάτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]]), <b>πρβλ.</b> [[ορειβάτης]], [[στυλοβάτης]].
}}
}}

Latest revision as of 22:38, 24 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στηλοβᾰ́της Medium diacritics: στηλοβάτης Low diacritics: στηλοβάτης Capitals: ΣΤΗΛΟΒΑΤΗΣ
Transliteration A: stēlobátēs Transliteration B: stēlobatēs Transliteration C: stilovatis Beta Code: sthloba/ths

English (LSJ)

στηλοβάτου, ὁ, = στηλίτης II, Tz. H. 9.330.

Greek (Liddell-Scott)

στηλοβάτης: [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ ἀναβαίνων ἐπὶ στήλης, Τζέτζ. Ἱστ. 9. 330.

Greek Monolingual

ὁ, Μ
αυτός που ανεβαίνει σε στήλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στήλη + -βάτης (< βαίνω), πρβλ. ορειβάτης, στυλοβάτης.