μεταπράτης: Difference between revisions
From LSJ
βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόν → once limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink
(8) |
mNo edit summary |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=metapratis | |Transliteration C=metapratis | ||
|Beta Code=metapra/ths | |Beta Code=metapra/ths | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾱ], ου, ὁ, [[one who re-sells]], Sch.Ptol. ''Tetr.''151, Suid. [[sub verbo|s.v.]] [[μετάβολοι]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0153.png Seite 153]] ὁ, der [[Wiederverkäufer]], [[Höker]], Sp. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μεταπράτης''': [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ εἰς μικρὰς ποσότητας πωλῶν, Σουΐδ.· [[ὡσαύτως]] [[παλιμπράτης]]. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο (ΑΜ [[μεταπράτης]]) [[μεταπιπράσκω]]<br /><b>1.</b> λειανοπωλητής<br /><b>2.</b> [[μεταπωλητής]] («οι μεταπράτες κερδίζουν αρκετά με τις αυξήσεις τών τιμών»). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 19:48, 29 February 2024
English (LSJ)
[ᾱ], ου, ὁ, one who re-sells, Sch.Ptol. Tetr.151, Suid. s.v. μετάβολοι.
German (Pape)
[Seite 153] ὁ, der Wiederverkäufer, Höker, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
μεταπράτης: [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ εἰς μικρὰς ποσότητας πωλῶν, Σουΐδ.· ὡσαύτως παλιμπράτης.
Greek Monolingual
ο (ΑΜ μεταπράτης) μεταπιπράσκω
1. λειανοπωλητής
2. μεταπωλητής («οι μεταπράτες κερδίζουν αρκετά με τις αυξήσεις τών τιμών»).