θεραπίς: Difference between revisions

From LSJ

Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις → Exerce pueros: non exercebis virum → Mit Kindern übe, denn mit Männern ist's zu spät

Menander, Monostichoi, 104
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
 
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θεραπίς]], -[[ίδος]], ἡ (Α) [[θέραψ]]<br />η [[θεραπαινίδα]] («[[λίαν]] [[φιλοικτίρμων]] ἐστί καὶ τοῦ ἥττονος [[θεραπίς]]» — [[είναι]] πολύ φιλεύσπλαγχνη και πρόθυμη να υπηρετήσει τον ασθενέστερο, <b>Πλάτ.</b>).
|mltxt=[[θεραπίς]], -ίδος, ἡ (Α) [[θέραψ]]<br />η [[θεραπαινίδα]] («[[λίαν]] [[φιλοικτίρμων]] ἐστί καὶ τοῦ ἥττονος [[θεραπίς]]» — [[είναι]] πολύ φιλεύσπλαγχνη και πρόθυμη να υπηρετήσει τον ασθενέστερο, <b>Πλάτ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 14:10, 1 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θερᾰπίς Medium diacritics: θεραπίς Low diacritics: θεραπίς Capitals: ΘΕΡΑΠΙΣ
Transliteration A: therapís Transliteration B: therapis Transliteration C: therapis Beta Code: qerapi/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, paying court to, favouring, πόλις τοῦ ἥττονος θ. Pl.Mx.244e.

German (Pape)

[Seite 1200] ίδος, ἡ, die Dienerinn, dienend, τοῦ ἥττονος Plat. Menex. 244 e.

Russian (Dvoretsky)

θερᾰπίς: ίδος ἡ прислужница: ἡ πόλις θ. τοῦ ἥττονος Plat. государство, охраняющее более слабого.

Greek (Liddell-Scott)

θερᾰπίς: -ίδος, ἡ, = θεραπαινίς, τοῦ ἥττονος θ., εὐνοοῦσα τὸ ἀσθενέστερον μέρος, Πλάτ. Μενεξ. 244Ε.

Greek Monolingual

θεραπίς, -ίδος, ἡ (Α) θέραψ
η θεραπαινίδαλίαν φιλοικτίρμων ἐστί καὶ τοῦ ἥττονος θεραπίς» — είναι πολύ φιλεύσπλαγχνη και πρόθυμη να υπηρετήσει τον ασθενέστερο, Πλάτ.).