ἐξανθρακόω: Difference between revisions
From LSJ
Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)
(big3_15) |
mNo edit summary |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eksanthrakoo | |Transliteration C=eksanthrakoo | ||
|Beta Code=e)canqrako/w | |Beta Code=e)canqrako/w | ||
|Definition= | |Definition=[[burn to ashes]], Ion Trag.28. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=(ἐξανθρᾰκόω)<br />[[convertir en carbón]], [[carbonizar]] ἐξανθρακώσας πυθμέν' εὔκηλον δρυός convirtiendo en carbón la raíz de una encina fácilmente combustible</i> Io <i>Trag</i>.28, en v. pas. λίθοι ... οὓς ἐπειδὰν διαθερμάνῃ ὁ ἥλιος ἐξανθρακοῦνται <i>Par.Pal</i>.8. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 16: | Line 19: | ||
|lstext='''ἐξανθρᾰκόω''': μέλλ. -ώσω, [[καίω]] τι ἕως οὗ μεταβληθῇ εἰς ἄνθρακα, Ἐτυμ. Μ. 392. 11. | |lstext='''ἐξανθρᾰκόω''': μέλλ. -ώσω, [[καίω]] τι ἕως οὗ μεταβληθῇ εἰς ἄνθρακα, Ἐτυμ. Μ. 392. 11. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{grml | ||
| | |mltxt=(Α ἐξανθρακῶ, [[ἐξανθρακόω]])<br />καίγοντας [[κάτι]] το [[μεταβάλλω]] σε άνθρακα, σε [[κάρβουνο]], [[απανθρακώνω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>χημ.</b> [[αφαιρώ]] τον άνθρακα που περιέχεται σε μια [[ουσία]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 05:07, 9 September 2024
English (LSJ)
burn to ashes, Ion Trag.28.
Spanish (DGE)
(ἐξανθρᾰκόω)
convertir en carbón, carbonizar ἐξανθρακώσας πυθμέν' εὔκηλον δρυός convirtiendo en carbón la raíz de una encina fácilmente combustible Io Trag.28, en v. pas. λίθοι ... οὓς ἐπειδὰν διαθερμάνῃ ὁ ἥλιος ἐξανθρακοῦνται Par.Pal.8.
German (Pape)
[Seite 869] ganz zu Kohlen brennen, Ion frg. bei E. M. 392, 11.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξανθρᾰκόω: μέλλ. -ώσω, καίω τι ἕως οὗ μεταβληθῇ εἰς ἄνθρακα, Ἐτυμ. Μ. 392. 11.
Greek Monolingual
(Α ἐξανθρακῶ, ἐξανθρακόω)
καίγοντας κάτι το μεταβάλλω σε άνθρακα, σε κάρβουνο, απανθρακώνω
νεοελλ.
χημ. αφαιρώ τον άνθρακα που περιέχεται σε μια ουσία.