ὀρικός: Difference between revisions

From LSJ

ἡ πολιτευομένη τῆς ἀρτάβης τιμήcustomary price of artaba

Source
(c2)
(6_10)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0378.png Seite 378]] = [[ὀρεικός]]; [[ζεῦγος]], Is. 5, 43; Plat. Lys. 208 b; Aesch. 2, 111.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0378.png Seite 378]] = [[ὀρεικός]]; [[ζεῦγος]], Is. 5, 43; Plat. Lys. 208 b; Aesch. 2, 111.
}}
{{ls
|lstext='''ὀρῐκός''': -ή, -όν, (ὀρεὺς) ὁ ἀνήκων ἢ ἀρμόζων εἰς ἡμίονον, ὀρ. [[ζεῦγος]], [[ζεῦγος]] ἡμιόνων, Πλάτ. Λῦσ. 208Β, Ἰσαῖ. 55. 24, Αἰσχίν. 42. 36, Διόδ. 2. 11 - ὁ [[τύπος]], [[ὀρεικός]] ([[ὅστις]] [[εἶναι]] ὁ ὀρθότερος) ἀπαντᾷ παρὰ Θωμᾷ τῷ Μαγίστρ. καὶ τῷ Σουΐδ. καὶ ὡς διάφ. γραφὴ παρὰ Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτ. Πρβλ. [[ὀρεύς]].
}}
}}

Revision as of 09:48, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρῐκός Medium diacritics: ὀρικός Low diacritics: ορικός Capitals: ΟΡΙΚΟΣ
Transliteration A: orikós Transliteration B: orikos Transliteration C: orikos Beta Code: o)riko/s

English (LSJ)

ή, όν, (ὀρεύς)

   A of or for a mule, ὀ. ζεῦγος a pair of mules, Pl. Ly.208b, Is.5.43, Aeschin.2.111,3.76, D.S.2.11, Jul.Or.2.72a :—the form ὀρεικός occurs in Thom.Mag.p.253 R. and Suid. (interpol.) and as v.l. in Pl.l.c.

German (Pape)

[Seite 378] = ὀρεικός; ζεῦγος, Is. 5, 43; Plat. Lys. 208 b; Aesch. 2, 111.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρῐκός: -ή, -όν, (ὀρεὺς) ὁ ἀνήκων ἢ ἀρμόζων εἰς ἡμίονον, ὀρ. ζεῦγος, ζεῦγος ἡμιόνων, Πλάτ. Λῦσ. 208Β, Ἰσαῖ. 55. 24, Αἰσχίν. 42. 36, Διόδ. 2. 11 - ὁ τύπος, ὀρεικός (ὅστις εἶναι ὁ ὀρθότερος) ἀπαντᾷ παρὰ Θωμᾷ τῷ Μαγίστρ. καὶ τῷ Σουΐδ. καὶ ὡς διάφ. γραφὴ παρὰ Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτ. Πρβλ. ὀρεύς.