ἔκπτωσις: Difference between revisions
Λῦπαι γὰρ ἀνθρώποισι τίκτουσιν νόσους → Tristitia morbos parturit mortalibus → Krankheit gebären Menschen Kümmernis und Leid
(13_4) |
(6_8) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0777.png Seite 777]] ἡ, das Herausfallen, Abfallen, bes. das Verrenken oder Ausfallen eines Gliedes, Hippocr.; πρὸς τὸ χεῖρον, der Verfall, Strab. X p. 467; übh. Unglück, Sp. – Verbannung, Pol. 4, 1, 8; D. Sic. 13, 65, wie Strab. VII p. 296. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0777.png Seite 777]] ἡ, das Herausfallen, Abfallen, bes. das Verrenken oder Ausfallen eines Gliedes, Hippocr.; πρὸς τὸ χεῖρον, der Verfall, Strab. X p. 467; übh. Unglück, Sp. – Verbannung, Pol. 4, 1, 8; D. Sic. 13, 65, wie Strab. VII p. 296. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἔκπτωσις''': -εως, ἡ, τὸ ἐκπίπτειν, ἡ [[διαφυγή]], τοῦ θερμοῦ Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 9, 15, πρβλ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 10. 5, 12, π. Ἀναπν. 20, 4· ἡ τῶν ὄψεων ἔκπτ. αἱ ἐκ τοῦ ἡλίου ἐρχόμεναι ἀκτῖνες, ὁ αὐτ. Προβλ. 15. 6. 2) [[ἐξορία]], Πολύβ. 4. 1, 8, Διόδ. 13. 65. 3) ἡ ἀπὸ τῶν ἐλπίδων [[ἔκπτωσις]] τινος, [[ἀποτυχία]], Κέβης 7· [[κατάπτωσις]], πρὸς τὸ [[χεῖρον]] Στράβων 467. ΙΙ. ἐξάρθρωσις μέλους, Ἱππ. π. Ἀγμ. 749· ἔκπτ.... τῶν ὑστερέων, ἡ [[ἐξώθησις]] τοῦ «ὑστέρου», ὁ αὐτ. Ἀφ. 1255· [[μαρασμός]], [[σῆψις]] ἢ [[νέκρωσις]] τῆς σαρκός, τῶν ἰνῶν, κτλ., ὡς [[ἀποτέλεσμα]] τοῦ ἐρυσιπέλατος, ὁ αὐτὸς Ἐπιδημ. τὸ Γ΄, 1082· τῶν ἐσχαρῶν ἔκπτ., ἀπόσπασις, ὁ αὐτ. π. Ἄρθρ. 788. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:50, 5 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A breaking forth, escape, [τοῦ θερμοῦ] Arist.Mete. 370a5 ; [ὑγροῦ] Id.Resp.480a1 ; ἡ τῶν ὄψεων ἔ. projection of rays from the sun, Id.Pr.911b5 ; emission, πυρός Epicur.Ep.2pp.46,54 U. 2 banishment, Plb.4.1.8, D.S. 13.65,PMag.Osl.1.222. 3 disappointment, Ceb.7 (pl.) ; falling off, πρὸς τὸ χεῖρον Str.10.3.9 ; ἔ. ψυχῆς, error, Arr.Epict.2.17.21 ; abandonment of duty, Stoic.3.163 ; missing, τοῦ σκοποῦ Plot.6.1.10 ; falling away from, λόγου ib.3.7 ; [τοῦ ἀγαθοῦ] Simp.in Epict.p.74 D. 4 in argument, ἔ. εἰς ἄπειρον, regressus ad infinitum, Gal.5.79. 5 shipwreck, Hero Aut.22.6. 6 loss, χρημάτων Cod.Just.1.3.45.9. II dislocation of a joint, Hp. Fract.I (pl.); ἔ. τῶν ὑστέρων expulsion of the afterbirth, Id.Aph.5.49 ; decay of flesh, sinews, etc., as result of erysipelas, Id.Epid.3.4 ; τῶν ἐσχαρέων ἔ. detachment of the eschars, Id.Art.II (pl.); prolapsus uteri, Aret.SD2.11.
German (Pape)
[Seite 777] ἡ, das Herausfallen, Abfallen, bes. das Verrenken oder Ausfallen eines Gliedes, Hippocr.; πρὸς τὸ χεῖρον, der Verfall, Strab. X p. 467; übh. Unglück, Sp. – Verbannung, Pol. 4, 1, 8; D. Sic. 13, 65, wie Strab. VII p. 296.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκπτωσις: -εως, ἡ, τὸ ἐκπίπτειν, ἡ διαφυγή, τοῦ θερμοῦ Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 9, 15, πρβλ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 10. 5, 12, π. Ἀναπν. 20, 4· ἡ τῶν ὄψεων ἔκπτ. αἱ ἐκ τοῦ ἡλίου ἐρχόμεναι ἀκτῖνες, ὁ αὐτ. Προβλ. 15. 6. 2) ἐξορία, Πολύβ. 4. 1, 8, Διόδ. 13. 65. 3) ἡ ἀπὸ τῶν ἐλπίδων ἔκπτωσις τινος, ἀποτυχία, Κέβης 7· κατάπτωσις, πρὸς τὸ χεῖρον Στράβων 467. ΙΙ. ἐξάρθρωσις μέλους, Ἱππ. π. Ἀγμ. 749· ἔκπτ.... τῶν ὑστερέων, ἡ ἐξώθησις τοῦ «ὑστέρου», ὁ αὐτ. Ἀφ. 1255· μαρασμός, σῆψις ἢ νέκρωσις τῆς σαρκός, τῶν ἰνῶν, κτλ., ὡς ἀποτέλεσμα τοῦ ἐρυσιπέλατος, ὁ αὐτὸς Ἐπιδημ. τὸ Γ΄, 1082· τῶν ἐσχαρῶν ἔκπτ., ἀπόσπασις, ὁ αὐτ. π. Ἄρθρ. 788.