τράγεος: Difference between revisions
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
(13_1) |
(6_4) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1132.png Seite 1132]] = [[τράγειος]], davon ἡ [[τραγῆ]], sc. [[δορά]], Bockshaut, Bocksfell, Plut.; vgl. Lob. Phryn. 78. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1132.png Seite 1132]] = [[τράγειος]], davon ἡ [[τραγῆ]], sc. [[δορά]], Bockshaut, Bocksfell, Plut.; vgl. Lob. Phryn. 78. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''τράγεος''': -α, -ον, = [[τράγειος]]· δειπνήσας τ. [[πόδα]] Ἀνθολ. Π. 11. 325. ΙΙ. τρᾰγέα (ἐξυπακ. [[δορά]]), ἡ, δέρμα τράγου, Θεοφρ. π. Ὀσμ. 60, Πλούτ. 2. 294F· [[ὡσαύτως]] τραγῆ, [[Πολυδ]]. Δ΄, 118, Εὐστ., ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Σύμμικτα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Δ΄, σ. 317. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:32, 5 August 2017
English (LSJ)
α, ον,
A = τράγειος, δειπνήσας τ. πόδα AP11.325 (Autom.). II τρᾰγέα (sc δορά), ἡ, a goat's skin, Thphr.Od.62 (60), Plu.2.294f; also τρᾰγῆ, Poll.4.118, Eust.276.10.
German (Pape)
[Seite 1132] = τράγειος, davon ἡ τραγῆ, sc. δορά, Bockshaut, Bocksfell, Plut.; vgl. Lob. Phryn. 78.
Greek (Liddell-Scott)
τράγεος: -α, -ον, = τράγειος· δειπνήσας τ. πόδα Ἀνθολ. Π. 11. 325. ΙΙ. τρᾰγέα (ἐξυπακ. δορά), ἡ, δέρμα τράγου, Θεοφρ. π. Ὀσμ. 60, Πλούτ. 2. 294F· ὡσαύτως τραγῆ, Πολυδ. Δ΄, 118, Εὐστ., ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Σύμμικτα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Δ΄, σ. 317.