κατευθυντηρία: Difference between revisions

From LSJ

οἱ βάρβαροι γὰρ ἄνδρας ἡγοῦνται μόνους τοὺς πλεῖστα δυναμένους καταφαγεῖν καὶ πιεῖν → for great feeders and heavy drinkers are alone esteemed as men by the barbarians

Source
(13_1)
(6_9)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1398.png Seite 1398]] ἡ, die Richtschnur, Schol. Il. 15, 410, Erkl. von [[στάθμη]]. Fem. von κατευθυντήριος, richtend, E. M. 740, 42.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1398.png Seite 1398]] ἡ, die Richtschnur, Schol. Il. 15, 410, Erkl. von [[στάθμη]]. Fem. von κατευθυντήριος, richtend, E. M. 740, 42.
}}
{{ls
|lstext='''κατευθυντηρία''': ἡ, [[στάθμη]], τεκτονικὸν [[ἐργαλεῖον]], ᾧ κανονίζεται τὰ ξύλα (στάφνη), Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ο. 410, Ἐτυμολ. Μέγ. 740. 42.
}}
}}

Revision as of 11:30, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατευθυντηρία Medium diacritics: κατευθυντηρία Low diacritics: κατευθυντηρία Capitals: ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ
Transliteration A: kateuthyntēría Transliteration B: kateuthyntēria Transliteration C: katefthyntiria Beta Code: kateuqunthri/a

English (LSJ)

ἡ,

   A carpenter's line, Sch.Il.15.410, EM740.42.

German (Pape)

[Seite 1398] ἡ, die Richtschnur, Schol. Il. 15, 410, Erkl. von στάθμη. Fem. von κατευθυντήριος, richtend, E. M. 740, 42.

Greek (Liddell-Scott)

κατευθυντηρία: ἡ, στάθμη, τεκτονικὸν ἐργαλεῖον, ᾧ κανονίζεται τὰ ξύλα (στάφνη), Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ο. 410, Ἐτυμολ. Μέγ. 740. 42.