τοξόδαμνος: Difference between revisions
Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)
(6_17) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τοξόδαμνος''': -ον, ὁ διὰ τοῦ τόξου δαμάζων, τ. Ἄρης, ὁ [[πόλεμος]] τῶν τοξοτῶν, δηλ. τῶν Περσῶν (πρβλ. [[τόξον]] Ι). Αἰσχύλ. Πέρσ. 86· Ἄρτεμις Εὐρ. Ἱππ. 1451· τοξόδαμνε παρθένε Δίφιλος ἐν «Ἐλενηφοροῦσιν» 1. 3. | |lstext='''τοξόδαμνος''': -ον, ὁ διὰ τοῦ τόξου δαμάζων, τ. Ἄρης, ὁ [[πόλεμος]] τῶν τοξοτῶν, δηλ. τῶν Περσῶν (πρβλ. [[τόξον]] Ι). Αἰσχύλ. Πέρσ. 86· Ἄρτεμις Εὐρ. Ἱππ. 1451· τοξόδαμνε παρθένε Δίφιλος ἐν «Ἐλενηφοροῦσιν» 1. 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[τοξοδάμας]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:20, 9 August 2017
English (LSJ)
ον,
A subduing with the bow, τ. Ἄρης the war of archers, i.e. the Persians (cf. τόξον 1.1), ib. 86 (lyr.); Ἄρτεμις E.Hipp.1451, cf. Diph.30, Lyc. 1331.
German (Pape)
[Seite 1128] bogengewaltig, den Bogen beherrschend, Ἄρης, Aesch. Pers. 86; oder mit dem Bogen überwältigend, tödtend, Artemis, Eur. Hipp. 1451; Diphil. bei Ath. VI, 223 a; Lycophr. 1331.
Greek (Liddell-Scott)
τοξόδαμνος: -ον, ὁ διὰ τοῦ τόξου δαμάζων, τ. Ἄρης, ὁ πόλεμος τῶν τοξοτῶν, δηλ. τῶν Περσῶν (πρβλ. τόξον Ι). Αἰσχύλ. Πέρσ. 86· Ἄρτεμις Εὐρ. Ἱππ. 1451· τοξόδαμνε παρθένε Δίφιλος ἐν «Ἐλενηφοροῦσιν» 1. 3.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
c. τοξοδάμας.