διατεκμαίρομαι: Difference between revisions

From LSJ

λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)

Source
(6_5)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διατεκμαίρομαι''': ἀποθ., διὰ σημείων δεικνύω, [[προσδιορίζω]], Λατ. designare, ἔργα Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 396, Διον. Π. 1172.
|lstext='''διατεκμαίρομαι''': ἀποθ., διὰ σημείων δεικνύω, [[προσδιορίζω]], Λατ. designare, ἔργα Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 396, Διον. Π. 1172.
}}
{{bailly
|btext=faire connaître par des indices <i>ou</i> des signes, désigner.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[τεκμαίρω]].
}}
}}

Revision as of 19:35, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατεκμαίρομαι Medium diacritics: διατεκμαίρομαι Low diacritics: διατεκμαίρομαι Capitals: ΔΙΑΤΕΚΜΑΙΡΟΜΑΙ
Transliteration A: diatekmaíromai Transliteration B: diatekmairomai Transliteration C: diatekmairomai Beta Code: diatekmai/romai

English (LSJ)

only aor. 1 -τεκμηράμην,

   A mark out, assign, ἔργα ἀνθρώποισι Hes.Op.398, cf. D.P.1172; mark, trace out, A.R.4.284; determine, γενέθλην Μοῖραι δ. Man.6.750.

German (Pape)

[Seite 606] bestimmen u. vertheilen; ἔργα τινί, Hes. O. 400; D. Per. 1172, durch Sternerscheinungen.

Greek (Liddell-Scott)

διατεκμαίρομαι: ἀποθ., διὰ σημείων δεικνύω, προσδιορίζω, Λατ. designare, ἔργα Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 396, Διον. Π. 1172.

French (Bailly abrégé)

faire connaître par des indices ou des signes, désigner.
Étymologie: διά, τεκμαίρω.