βαφεύς: Difference between revisions

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βᾰφεύς''': έως, ὁ, ([[βάπτω]]) ὁ βάπτων ἐνδύματα κττ., Πλάτ. Πολ. 429D, Δίφιλ. Συντρ. 1, κτλ.· οἱ βαφεῖς φαίνεται ὅτι εἶχον σύνδεσμον ἐν Θυατείροις, Συλλ. Ἐπιγρ. 3496-8, πρβλ. Πράξ. Ἀπ. ιϚ΄, 14, καὶ ἴδε Βοίκχ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 3480.
|lstext='''βᾰφεύς''': έως, ὁ, ([[βάπτω]]) ὁ βάπτων ἐνδύματα κττ., Πλάτ. Πολ. 429D, Δίφιλ. Συντρ. 1, κτλ.· οἱ βαφεῖς φαίνεται ὅτι εἶχον σύνδεσμον ἐν Θυατείροις, Συλλ. Ἐπιγρ. 3496-8, πρβλ. Πράξ. Ἀπ. ιϚ΄, 14, καὶ ἴδε Βοίκχ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 3480.
}}
{{bailly
|btext=έως (ὁ) :<br />teinturier.<br />'''Étymologie:''' [[βάπτω]].
}}
}}

Revision as of 19:50, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βᾰφεύς Medium diacritics: βαφεύς Low diacritics: βαφεύς Capitals: ΒΑΦΕΥΣ
Transliteration A: bapheús Transliteration B: bapheus Transliteration C: vafeys Beta Code: bafeu/s

English (LSJ)

έως, ὁ, (βάπτω)

   A a dyer, Pl.R.429d, Diph.72, Plu. Per.12, etc.; the βαφεῖς formed a guild at Thyatira, IGRom.4.1265; also in the νομὸς Ἀρσινοΐτης, PTeb.287.3 (ii A.D.).    II gilder, Zos.Alch.p.154B.

German (Pape)

[Seite 440] ὁ, der Färber, Diphil. bei Harpocr.; Plat. Rep. IV, 429 d; von Möris als unattisch neben δευσοποιός verworfen, Plut. Num. 17 u. öfter; Nicarch. 9 (XI, 389).

Greek (Liddell-Scott)

βᾰφεύς: έως, ὁ, (βάπτω) ὁ βάπτων ἐνδύματα κττ., Πλάτ. Πολ. 429D, Δίφιλ. Συντρ. 1, κτλ.· οἱ βαφεῖς φαίνεται ὅτι εἶχον σύνδεσμον ἐν Θυατείροις, Συλλ. Ἐπιγρ. 3496-8, πρβλ. Πράξ. Ἀπ. ιϚ΄, 14, καὶ ἴδε Βοίκχ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 3480.

French (Bailly abrégé)

έως (ὁ) :
teinturier.
Étymologie: βάπτω.