ἑκάτερθε: Difference between revisions
εἰς ἀναισχύντους θήκας ἐτράποντο → they resorted to disgraceful modes of burial, they lost all shame in the burial of the dead
(6_4) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑκάτερθε''': ᾰ πρὸ συμφώνου, πρὸ δὲ φωνήεντος -θεν, ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ [[ἑκατέρωθεν]], ἐξ ἑκατέρου μέρους, Λατ. utrinque, [[ἀμφίπολος]]... [[ἑκάτερθε]] παρέστη Ὀδ. Α. 335· [[τρεῖς]] ἑκ. Ἰλ. Λ. 37, κτλ. 2) [[μετὰ]] γεν., ἑκάτερθεν ὁμίλου Γ. 340, πρβλ. Ψ. 329, 813· [[ἑκάτερθε]] πόληος Ὀδ. Ζ. 263. | |lstext='''ἑκάτερθε''': ᾰ πρὸ συμφώνου, πρὸ δὲ φωνήεντος -θεν, ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ [[ἑκατέρωθεν]], ἐξ ἑκατέρου μέρους, Λατ. utrinque, [[ἀμφίπολος]]... [[ἑκάτερθε]] παρέστη Ὀδ. Α. 335· [[τρεῖς]] ἑκ. Ἰλ. Λ. 37, κτλ. 2) [[μετὰ]] γεν., ἑκάτερθεν ὁμίλου Γ. 340, πρβλ. Ψ. 329, 813· [[ἑκάτερθε]] πόληος Ὀδ. Ζ. 263. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br /><i>c.</i> [[ἑκάτερθεν]] <i>dev. une cons.</i> | |||
}} | }} |
Revision as of 19:53, 9 August 2017
English (LSJ)
before a vowel ἑκᾰτερ-θεν, poet. Adv.
A = ἑκατέρωθεν, on each side, on either hand, ἀμφίπολός οἱ..ἑ. παρέστη Od.1.335 ; τρεῖς ἑ. Il. 11.27, cf. A.R. 1.564 : also in late Ion. Prose, Aret.SD2.3. 2 c. gen., ἑ. οξμίλου Il.3.340, 23.813, cf. 329 ; ἑ. πόληος Od.6.263.
German (Pape)
[Seite 751] vor Vocalen ἑκάτερθεν, = ἑκατέρωθεν, Hom. öfter, ὁμίλου Il. 3, 340.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκάτερθε: ᾰ πρὸ συμφώνου, πρὸ δὲ φωνήεντος -θεν, ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ ἑκατέρωθεν, ἐξ ἑκατέρου μέρους, Λατ. utrinque, ἀμφίπολος... ἑκάτερθε παρέστη Ὀδ. Α. 335· τρεῖς ἑκ. Ἰλ. Λ. 37, κτλ. 2) μετὰ γεν., ἑκάτερθεν ὁμίλου Γ. 340, πρβλ. Ψ. 329, 813· ἑκάτερθε πόληος Ὀδ. Ζ. 263.
French (Bailly abrégé)
adv.
c. ἑκάτερθεν dev. une cons.