ἱερατευματικός: Difference between revisions
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
(6_10) |
(Bailly1_3) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἱερᾱτευματικός''': -ή, -όν, [[ἱερατικός]], Ἐπιγραφ. Murat. σ. 632, Πλουτ. Μάρκ. 5. | |lstext='''ἱερᾱτευματικός''': -ή, -όν, [[ἱερατικός]], Ἐπιγραφ. Murat. σ. 632, Πλουτ. Μάρκ. 5. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />sacerdotal.<br />'''Étymologie:''' [[ἱεράτευμα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:54, 9 August 2017
German (Pape)
[Seite 1240] = ἱερατικός, ὑπομνήματα Plut. Marc. 5, nach Schäfer.
Greek (Liddell-Scott)
ἱερᾱτευματικός: -ή, -όν, ἱερατικός, Ἐπιγραφ. Murat. σ. 632, Πλουτ. Μάρκ. 5.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
sacerdotal.
Étymologie: ἱεράτευμα.