ἐπωθέω: Difference between revisions

From LSJ

Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt

Menander, Monostichoi, 383
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπωθέω''': ἐπωθῶ, σπρώχνω, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 1. 4, Προβλ. 16. 8, 7· οὐ τοῦ τὴν ὁρμὴν ἐπώσοντος δεῖται Ἀγαθαρχίδης ἐν Φωτ. Βιβλ. 445. 19. 2) ἐμπήγω μὲ δύναμιν, ἐπωθούντων τῷ σιδήρῳ τὸν κοντὸν εἰς τοὺς ἱππεῖς Πλουτ. Κράσσ. 27·
|lstext='''ἐπωθέω''': ἐπωθῶ, σπρώχνω, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 1. 4, Προβλ. 16. 8, 7· οὐ τοῦ τὴν ὁρμὴν ἐπώσοντος δεῖται Ἀγαθαρχίδης ἐν Φωτ. Βιβλ. 445. 19. 2) ἐμπήγω μὲ δύναμιν, ἐπωθούντων τῷ σιδήρῳ τὸν κοντὸν εἰς τοὺς ἱππεῖς Πλουτ. Κράσσ. 27·
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>f.</i> ἐπώσω;<br />pousser sur <i>ou</i> contre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ὠθέω]].
}}
}}

Revision as of 19:57, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπωθέω Medium diacritics: ἐπωθέω Low diacritics: επωθέω Capitals: ΕΠΩΘΕΩ
Transliteration A: epōthéō Transliteration B: epōtheō Transliteration C: epotheo Beta Code: e)pwqe/w

English (LSJ)

   A push on, impel, ἐπὶ ῥίον ὦσεν ἄναξ h.Ap.382, cf. Arist.Mete. 370b23, Pr.915a2, Arr.Tact.16.13 ; ἐ. ὁρμήν Agatharch.14 ; παχὺν ἐ. τῷ σιδήρῳ τὸν κοντόν dub.l. in Plu.Crass.27.    2 Pass., of tumours, to be brought to a head, v.l. in Hp.Epid.7.105.

German (Pape)

[Seite 1015] (s. ὠθέω), dahin, dazu stoßen, drängen, ὄπισθεν Plut. Agis 19, τὸν κοντὸν εἰς τοὺς ἱππέας Crass. 27, u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπωθέω: ἐπωθῶ, σπρώχνω, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 1. 4, Προβλ. 16. 8, 7· οὐ τοῦ τὴν ὁρμὴν ἐπώσοντος δεῖται Ἀγαθαρχίδης ἐν Φωτ. Βιβλ. 445. 19. 2) ἐμπήγω μὲ δύναμιν, ἐπωθούντων τῷ σιδήρῳ τὸν κοντὸν εἰς τοὺς ἱππεῖς Πλουτ. Κράσσ. 27·

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
f. ἐπώσω;
pousser sur ou contre.
Étymologie: ἐπί, ὠθέω.