Λέσβος: Difference between revisions

From LSJ

Οἱ βασιλεῖς τῇ ἐγκυκλοπαιδείᾳ, αὐτὴ τοῖς βασιλεῦσι (Salamanca inscription) → The kings for the university, and the university for the kings

Source
(6_9)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Λέσβος''': ἡ, [[νῆσος]] κατὰ τὴν δυτικὴν παραλίαν τῆς μικρᾶς Ἀσίας, Ὅμ., κλ.· ἡ ἑβδόμη κατὰ τὸ [[μέγεθος]] ἐκ τῶν γνωστῶν τοῖς Ἕλλησι νήσων, Ἄλεξ. ἐν Ἀδήλ. 30· ― Ἐπίρρ. Λεσβόθεν, ἐκ Λέσβου, Ἰλ. Η. 664· Λεσβόθι, ἐν Λέσβῳ, Ἐτυμολ. Μέγ. 25. 13· ― ἐπίθετ. Λέσβιος, α, ον, ἐκ Λέσβου, Ἡρόδ., κλ.· παροιμ., [[μετὰ]] Λέσβιον ᾠδόν, ἐπὶ ἐκείνων οἵτινες θεωροῦνται δεύτεροι [[μετὰ]] τοὺς ἀρίστους, ἴδε Meineke εἰς Κωμ. 2. σ. 159· Λέσβιον [[κῦμα]] ἢ [[κυμάτιον]] (ἴδε ἐν λέξ. [[κῦμα]] Ι. 2), Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 72. 2, Βιτρούβ. 4. 6, 2· Λεσβία οἰκοδομὴ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 10, 7· ― ὁ [[οἶνος]] τῆς Λέσβου [[μεγάλως]] ἐτιμᾶτο, Φιλύλλ. ἐν Ἀδήλ. 6, Ἄλεξ. ἐν Ἀδήλ. 4 κἑξ. ΙΙ. Λέσβιον, τό, 1) [[μέρος]] πλοίου, ἡ δευτέρα [[τρόπις]] κατὰ τὸν [[Πολυδ]]. Α΄, 85. 2) ποτηρίου [[εἶδος]], Ἀνθ. Π. παράρτ. 31. 4, Ἡδύλ. παρ’ Ἀθην. 486Β.
|lstext='''Λέσβος''': ἡ, [[νῆσος]] κατὰ τὴν δυτικὴν παραλίαν τῆς μικρᾶς Ἀσίας, Ὅμ., κλ.· ἡ ἑβδόμη κατὰ τὸ [[μέγεθος]] ἐκ τῶν γνωστῶν τοῖς Ἕλλησι νήσων, Ἄλεξ. ἐν Ἀδήλ. 30· ― Ἐπίρρ. Λεσβόθεν, ἐκ Λέσβου, Ἰλ. Η. 664· Λεσβόθι, ἐν Λέσβῳ, Ἐτυμολ. Μέγ. 25. 13· ― ἐπίθετ. Λέσβιος, α, ον, ἐκ Λέσβου, Ἡρόδ., κλ.· παροιμ., [[μετὰ]] Λέσβιον ᾠδόν, ἐπὶ ἐκείνων οἵτινες θεωροῦνται δεύτεροι [[μετὰ]] τοὺς ἀρίστους, ἴδε Meineke εἰς Κωμ. 2. σ. 159· Λέσβιον [[κῦμα]] ἢ [[κυμάτιον]] (ἴδε ἐν λέξ. [[κῦμα]] Ι. 2), Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 72. 2, Βιτρούβ. 4. 6, 2· Λεσβία οἰκοδομὴ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 10, 7· ― ὁ [[οἶνος]] τῆς Λέσβου [[μεγάλως]] ἐτιμᾶτο, Φιλύλλ. ἐν Ἀδήλ. 6, Ἄλεξ. ἐν Ἀδήλ. 4 κἑξ. ΙΙ. Λέσβιον, τό, 1) [[μέρος]] πλοίου, ἡ δευτέρα [[τρόπις]] κατὰ τὸν [[Πολυδ]]. Α΄, 85. 2) ποτηρίου [[εἶδος]], Ἀνθ. Π. παράρτ. 31. 4, Ἡδύλ. παρ’ Ἀθην. 486Β.
}}
{{bailly
|btext=ου (ἡ) :<br />Lesbos (<i>auj.</i> Mytilini) <i>île de la mer Égée</i>.
}}
}}

Revision as of 20:01, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Λέσβος Medium diacritics: Λέσβος Low diacritics: Λέσβος Capitals: ΛΕΣΒΟΣ
Transliteration A: Lésbos Transliteration B: Lesbos Transliteration C: Lesvos Beta Code: *le/sbos

English (LSJ)

ἡ, Lesbos, Il.24.544, Od.4.342, etc.; the seventh in magnitude of islands known to the Greeks, Alex.268.6:—hence Adv. Λεσβ-όθεν,

   A from Lesbos, Il.9.664; Λεσβ-όθι, at Lesbos, EM25.15:—Adj. Λέσβιος, α, ον, Sapph.92, Hdt.1.23, etc.: prov., μετὰ Λέσβιον ᾠδόν, of those who are judged second best, Cratin.243; Λέσβιον κῦμα or κυμάτιον, v. κῦμα 1.3, A.Fr.78, Vitr.4.6.2; so τὸ Λέσβιον (without κ.) PCair.Zen. 445.11 (iii B.C.); Λεσβία οἰκοδομία Arist.EN1137b30; Λ. πώματος οὐκ ἔστιν ἄλλος οἶνος ἡδίων πιεῖν Alex.274, cf. Philyll.24; ἡδίων ὁ Λ. (sc. οἶνος), with a play on words, indicating a preference for Theophrastus (of Lesbos) over Eudemus (of Rhodes), Arist. ap. Gell.13.5.    II Λέσβιον, τό,    1 part of a ship, ἡ δευτέρα τρόπις acc. to Poll.1.85.    2 drinking-cup, Hedyl. ap. Ath.11.486b.

Greek (Liddell-Scott)

Λέσβος: ἡ, νῆσος κατὰ τὴν δυτικὴν παραλίαν τῆς μικρᾶς Ἀσίας, Ὅμ., κλ.· ἡ ἑβδόμη κατὰ τὸ μέγεθος ἐκ τῶν γνωστῶν τοῖς Ἕλλησι νήσων, Ἄλεξ. ἐν Ἀδήλ. 30· ― Ἐπίρρ. Λεσβόθεν, ἐκ Λέσβου, Ἰλ. Η. 664· Λεσβόθι, ἐν Λέσβῳ, Ἐτυμολ. Μέγ. 25. 13· ― ἐπίθετ. Λέσβιος, α, ον, ἐκ Λέσβου, Ἡρόδ., κλ.· παροιμ., μετὰ Λέσβιον ᾠδόν, ἐπὶ ἐκείνων οἵτινες θεωροῦνται δεύτεροι μετὰ τοὺς ἀρίστους, ἴδε Meineke εἰς Κωμ. 2. σ. 159· Λέσβιον κῦμακυμάτιον (ἴδε ἐν λέξ. κῦμα Ι. 2), Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 72. 2, Βιτρούβ. 4. 6, 2· Λεσβία οἰκοδομὴ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 10, 7· ― ὁ οἶνος τῆς Λέσβου μεγάλως ἐτιμᾶτο, Φιλύλλ. ἐν Ἀδήλ. 6, Ἄλεξ. ἐν Ἀδήλ. 4 κἑξ. ΙΙ. Λέσβιον, τό, 1) μέρος πλοίου, ἡ δευτέρα τρόπις κατὰ τὸν Πολυδ. Α΄, 85. 2) ποτηρίου εἶδος, Ἀνθ. Π. παράρτ. 31. 4, Ἡδύλ. παρ’ Ἀθην. 486Β.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
Lesbos (auj. Mytilini) île de la mer Égée.