λυχνία: Difference between revisions

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''λυχνία''': ἡ, λυχνοστάτης, Συλλ. Ἐπιγρ. 2852. 13, 3071. 8, Πλουτ. Δίων 9, Λουκ. Ὄν. 40, κτλ.· ἀποδοκιμάζεται ὑπὸ τῶν ἀττικιζόντων, Λοβ. Φρύν. 313.
|lstext='''λυχνία''': ἡ, λυχνοστάτης, Συλλ. Ἐπιγρ. 2852. 13, 3071. 8, Πλουτ. Δίων 9, Λουκ. Ὄν. 40, κτλ.· ἀποδοκιμάζεται ὑπὸ τῶν ἀττικιζόντων, Λοβ. Φρύν. 313.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />chandelier <i>ou</i> lampe.<br />'''Étymologie:''' [[λύχνος]].
}}
}}

Revision as of 20:02, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λυχνία Medium diacritics: λυχνία Low diacritics: λυχνία Capitals: ΛΥΧΝΙΑ
Transliteration A: lychnía Transliteration B: lychnia Transliteration C: lychnia Beta Code: luxni/a

English (LSJ)

ἡ,

   A lampstand, SIG1106.118 (Cos, iv/iii B. C.), IG11(2).161C66,68 (Delos, iii B. C.), LXX Ex.25.30(31), al., PGrenf.1.14.6 (ii B. C.), Ev.Matt.5.15, Plu.Dio9, Luc.Asin.40, etc.: condemned by Phryn. 289.

Greek (Liddell-Scott)

λυχνία: ἡ, λυχνοστάτης, Συλλ. Ἐπιγρ. 2852. 13, 3071. 8, Πλουτ. Δίων 9, Λουκ. Ὄν. 40, κτλ.· ἀποδοκιμάζεται ὑπὸ τῶν ἀττικιζόντων, Λοβ. Φρύν. 313.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
chandelier ou lampe.
Étymologie: λύχνος.