μεταμάζιος: Difference between revisions
From LSJ
(6_15) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεταμάζιος''': -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν [[μέρος]], Ἀνακρεόντ. 16. 30. | |lstext='''μεταμάζιος''': -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν [[μέρος]], Ἀνακρεόντ. 16. 30. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qui se trouve entre les seins.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[μαζός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:02, 9 August 2017
English (LSJ)
ον, (μαζός)
A between the breasts, ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Il.5.19; τὸ μ. space between the breasts, Anacreont.16.30.
German (Pape)
[Seite 149] zwischen den Brüsten; ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον, er traf den Mann an der Brust zwischen den Warzen, Il. 5, 19; sp. D., wie Anacr. 16, 30, der substantivisch τὸ μεταμάζιον sagt.
Greek (Liddell-Scott)
μεταμάζιος: -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν μέρος, Ἀνακρεόντ. 16. 30.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui se trouve entre les seins.
Étymologie: μετά, μαζός.