νηττάριον: Difference between revisions

From LSJ

Ὅπου βία πάρεστιν, οὐ σθένει νόμος → Quo vis irrumpit, ibi nihil leges valent → Da, wo Gewalt obherrscht, ist kein Gesetz in Kraft

Menander, Monostichoi, 409
(6_3)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νηττάριον''': [ᾰ], ὑποκορ. τοῦ [[νῆττα]], «παπί», «παπάκι», ἐν χρήσει ὡς [[λέξις]] τρυφερᾶς ἀγάπης, «παπάκι μου», Ἀριστοφ. Πλ. 1011, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 422.
|lstext='''νηττάριον''': [ᾰ], ὑποκορ. τοῦ [[νῆττα]], «παπί», «παπάκι», ἐν χρήσει ὡς [[λέξις]] τρυφερᾶς ἀγάπης, «παπάκι μου», Ἀριστοφ. Πλ. 1011, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 422.
}}
{{bailly
|btext=<i>att. c.</i> [[νησσάριον]].
}}
}}

Revision as of 20:03, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νηττάριον Medium diacritics: νηττάριον Low diacritics: νηττάριον Capitals: ΝΗΤΤΑΡΙΟΝ
Transliteration A: nēttárion Transliteration B: nēttarion Transliteration C: nittarion Beta Code: nhtta/rion

English (LSJ)

[ᾰ], τό, Dim. of foreg.,

   A duckling, used as a term of endearment, Ar.Pl.1011, Men.1041.

Greek (Liddell-Scott)

νηττάριον: [ᾰ], ὑποκορ. τοῦ νῆττα, «παπί», «παπάκι», ἐν χρήσει ὡς λέξις τρυφερᾶς ἀγάπης, «παπάκι μου», Ἀριστοφ. Πλ. 1011, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 422.

French (Bailly abrégé)

att. c. νησσάριον.