μίτυς: Difference between revisions
From LSJ
Ἆρ' ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος → Res sunt cognatae vita et anxietudines → Es sind ja Leid und Leben irgendwie verwandt
(6_22) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μίτυς''': -υος, ἡ ὁ κηρὸς δι’ οὗ αἱ μέλισσαι καλύπτουσι καὶ φράττουσι τὰ ἀνοίγματα, δηλ. τὰς «χαραγμάδας» τῶν κυψελῶν των, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 10. | |lstext='''μίτυς''': -υος, ἡ ὁ κηρὸς δι’ οὗ αἱ μέλισσαι καλύπτουσι καὶ φράττουσι τὰ ἀνοίγματα, δηλ. τὰς «χαραγμάδας» τῶν κυψελῶν των, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 10. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=υος (ἡ) :<br />terre glaise utilisée par les abeilles.<br />'''Étymologie:''' DELG -. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:03, 9 August 2017
English (LSJ)
υος, ἡ, a substance used by bees; a sort of
A propolis, Arist. HA624a14.
German (Pape)
[Seite 193] υος, ἡ, eine Art Wachs, womit die Bienen die Fugen der Bienenstöcke verkleben, Arist. H. A. 9, 40, v. l. μῆτυς.
Greek (Liddell-Scott)
μίτυς: -υος, ἡ ὁ κηρὸς δι’ οὗ αἱ μέλισσαι καλύπτουσι καὶ φράττουσι τὰ ἀνοίγματα, δηλ. τὰς «χαραγμάδας» τῶν κυψελῶν των, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 40, 10.
French (Bailly abrégé)
υος (ἡ) :
terre glaise utilisée par les abeilles.
Étymologie: DELG -.