οἰκοδεσπότης: Difference between revisions

From LSJ

Λόγῳ με πεῖσον, φαρμάκῳ σοφωτάτῳ → Oratione leni, medicina optima → Mit Worten überzeuge mich, der klügsten Medizin

Menander, Monostichoi, 313
(6_19)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἰκοδεσπότης''': -ου, ὁ, ὡς καὶ νῦν, ὁ [[δεσπότης]] ἢ [[κύριος]] οἴκου ἢ οἰκογενείας, Ἄλεξις ἐν «Ταραντίνοις» 6, [[συχν]]. ἐν τῇ Καιν. Διαθ., κτλ.· [[ἀλλά]]: οἰκίας [[δεσπότης]] ἔλεγον κατὰ προτίμησιν οἱ Ἀττ., ὡς ἐν Πλάτ. Νόμ. 954Β· [[οὕτως]], οἴκου δ. Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 32· ἴδε Λοβεκ. Φρύνιχ. 373. ΙΙ. ἐν τῇ Ἀστρολογίᾳ ἕκαστον [[σημεῖον]] τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου ἦτο [[οἶκος]] διὰ τὸν πλανήτην, [[ὅστις]] εἰσερχόμενος εἰς τὸ [[ζῴδιον]] ἐθεωρεῖτο ὡς ἐπιδρῶν εἰς τοὺς μῆνας καὶ τὰς ἡμέρας ἐφ’ ὅσον ἐκυρίευε· τοῦτο ἐλέγετο οἰκοδεσποτεῖν, καὶ ὁ κυριεύων [[πλανήτης]] [[οἰκοδεσπότης]].
|lstext='''οἰκοδεσπότης''': -ου, ὁ, ὡς καὶ νῦν, ὁ [[δεσπότης]] ἢ [[κύριος]] οἴκου ἢ οἰκογενείας, Ἄλεξις ἐν «Ταραντίνοις» 6, [[συχν]]. ἐν τῇ Καιν. Διαθ., κτλ.· [[ἀλλά]]: οἰκίας [[δεσπότης]] ἔλεγον κατὰ προτίμησιν οἱ Ἀττ., ὡς ἐν Πλάτ. Νόμ. 954Β· [[οὕτως]], οἴκου δ. Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 32· ἴδε Λοβεκ. Φρύνιχ. 373. ΙΙ. ἐν τῇ Ἀστρολογίᾳ ἕκαστον [[σημεῖον]] τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου ἦτο [[οἶκος]] διὰ τὸν πλανήτην, [[ὅστις]] εἰσερχόμενος εἰς τὸ [[ζῴδιον]] ἐθεωρεῖτο ὡς ἐπιδρῶν εἰς τοὺς μῆνας καὶ τὰς ἡμέρας ἐφ’ ὅσον ἐκυρίευε· τοῦτο ἐλέγετο οἰκοδεσποτεῖν, καὶ ὁ κυριεύων [[πλανήτης]] [[οἰκοδεσπότης]].
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> maître de maison, chef de famille;<br /><b>2</b> qui exerce une influence prédominante dans son domaine <i>en parl. des signes du zodiaque</i>.<br />'''Étymologie:''' [[οἶκος]], [[δεσπότης]].
}}
}}

Revision as of 20:04, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰκοδεσπότης Medium diacritics: οἰκοδεσπότης Low diacritics: οικοδεσπότης Capitals: ΟΙΚΟΔΕΣΠΟΤΗΣ
Transliteration A: oikodespótēs Transliteration B: oikodespotēs Transliteration C: oikodespotis Beta Code: oi)kodespo/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A master or steward of a house, Alex.225, Ev.Matt.10.25, PMeyer 24.2 (vi A. D.) : metaph., of God, Arr.Epict.3.22.4 (οἰκίας δ. was preferred by the Atticists, as in Pl.Lg.954b : so οἴκων δεσπόται X.Mem. 2.1.32, cf. Phryn.348).    2 native ruler, opp. foreign emperor, J.Ap.2.11.    II Astrol., of a planet, owner of a domicile or otherwise predominant, Ptol.Tetr.97, Porph. ap. Iamb.Myst.9.5, Heph. Astr.1.13, PSI3.158.80 (iii A. D.).

Greek (Liddell-Scott)

οἰκοδεσπότης: -ου, ὁ, ὡς καὶ νῦν, ὁ δεσπότηςκύριος οἴκου ἢ οἰκογενείας, Ἄλεξις ἐν «Ταραντίνοις» 6, συχν. ἐν τῇ Καιν. Διαθ., κτλ.· ἀλλά: οἰκίας δεσπότης ἔλεγον κατὰ προτίμησιν οἱ Ἀττ., ὡς ἐν Πλάτ. Νόμ. 954Β· οὕτως, οἴκου δ. Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 32· ἴδε Λοβεκ. Φρύνιχ. 373. ΙΙ. ἐν τῇ Ἀστρολογίᾳ ἕκαστον σημεῖον τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου ἦτο οἶκος διὰ τὸν πλανήτην, ὅστις εἰσερχόμενος εἰς τὸ ζῴδιον ἐθεωρεῖτο ὡς ἐπιδρῶν εἰς τοὺς μῆνας καὶ τὰς ἡμέρας ἐφ’ ὅσον ἐκυρίευε· τοῦτο ἐλέγετο οἰκοδεσποτεῖν, καὶ ὁ κυριεύων πλανήτης οἰκοδεσπότης.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
1 maître de maison, chef de famille;
2 qui exerce une influence prédominante dans son domaine en parl. des signes du zodiaque.
Étymologie: οἶκος, δεσπότης.