ῥαβδομαχία: Difference between revisions
From LSJ
Κάλλιστον ἐν κήποισι φύεται ῥόδον → Pulchrius in hortis gignitur nihil rosa → Die Rose ist das Schönste, was im Garten wächst
(6_11) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥαβδομᾰχία''': ἡ, τὸ μάχεσθαι ([[χάριν]] ἀσκήσεως) διὰ ῥάβδων, τὸ ἀσκεῖσθαι δι’ ἀκοντίων ἐσφαιρωμένων, Πλουτ. Ἀλέξ. 4, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Κοραῆ (τ. 4, σ. 405). | |lstext='''ῥαβδομᾰχία''': ἡ, τὸ μάχεσθαι ([[χάριν]] ἀσκήσεως) διὰ ῥάβδων, τὸ ἀσκεῖσθαι δι’ ἀκοντίων ἐσφαιρωμένων, Πλουτ. Ἀλέξ. 4, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Κοραῆ (τ. 4, σ. 405). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />combat au moyen de baguettes.<br />'''Étymologie:''' [[ῥάβδος]], [[μάχομαι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:08, 9 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A fighting with a staff or foil, Plu.Alex.4.
German (Pape)
[Seite 829] ἡ, das Fechten mit dem Stabe, mit einer Art von Rappieren, Plut. Alex. 4.
Greek (Liddell-Scott)
ῥαβδομᾰχία: ἡ, τὸ μάχεσθαι (χάριν ἀσκήσεως) διὰ ῥάβδων, τὸ ἀσκεῖσθαι δι’ ἀκοντίων ἐσφαιρωμένων, Πλουτ. Ἀλέξ. 4, ἔνθα ἴδε σημ. Κοραῆ (τ. 4, σ. 405).
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
combat au moyen de baguettes.
Étymologie: ῥάβδος, μάχομαι.