Ταρτησσός: Difference between revisions
καὶ οὐκ ἐκδικᾶταί σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· ἐγώ εἰμι κύριος. Τὸν νόμον μου φυλάξεσθε → Let your hand not seek vengeance; do not show wrath toward the children of your people; love your neighbor as yourself. I am the Lord! Keep my Torah! (Leviticus 19:18f. LXX)
(6_15) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Ταρτησσός''': ὁ, Ἡρόδ. 1. 163, ἀλλαχοῦ ἡ· ― [[πόλις]] τῆς Ἰβηρίας (Ἱσπανίας) παρὰ τὸ [[στόμιον]] τοῦ Βαίτιος (Γουαδαλκουϊβέρου), ἡ Θαρσεῖς, Tarshish τῆς Γραφῆς, Ἡρόδ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀριστ. π. Θαυμασ. 135. Στραβ. 148· ― Ταρτήσσιος, α, ον, [[κάτοικος]] Ταρτησσοῦ, Ἡρόδ. 4. 192, Ἀριστοφ. Βάτρ. 475· Ταρτήσσιοι, οἱ Ἡρόδ. 1. 163, κλπ. | |lstext='''Ταρτησσός''': ὁ, Ἡρόδ. 1. 163, ἀλλαχοῦ ἡ· ― [[πόλις]] τῆς Ἰβηρίας (Ἱσπανίας) παρὰ τὸ [[στόμιον]] τοῦ Βαίτιος (Γουαδαλκουϊβέρου), ἡ Θαρσεῖς, Tarshish τῆς Γραφῆς, Ἡρόδ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀριστ. π. Θαυμασ. 135. Στραβ. 148· ― Ταρτήσσιος, α, ον, [[κάτοικος]] Ταρτησσοῦ, Ἡρόδ. 4. 192, Ἀριστοφ. Βάτρ. 475· Ταρτήσσιοι, οἱ Ἡρόδ. 1. 163, κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br />Tartessos :<br /><b>1</b> anc. v. d’Espagne, à l’embouchure du Bétis;<br /><b>2</b> le fl. Bétis. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:10, 9 August 2017
English (LSJ)
ὁ, Hdt.1.163, elsewh. ἡ:—a district of Spain at the mouth of the Baetis, the Tarshish of Scripture (Θαρσείς in LXX 3 Ki.10.22, al.), Hdt.l.c., Arist.Mir.844a17, Str.3.2.11, etc.: also the river Baetis, Stesich.5 (ap.Str.l.c.):—hence Ταρτήσσιος, α, ον, Tartessian, Hdt.4.192, Ar.Ra.475; Ταρτήσσιοι, οἱ, Hdt.1.163, etc.
Greek (Liddell-Scott)
Ταρτησσός: ὁ, Ἡρόδ. 1. 163, ἀλλαχοῦ ἡ· ― πόλις τῆς Ἰβηρίας (Ἱσπανίας) παρὰ τὸ στόμιον τοῦ Βαίτιος (Γουαδαλκουϊβέρου), ἡ Θαρσεῖς, Tarshish τῆς Γραφῆς, Ἡρόδ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀριστ. π. Θαυμασ. 135. Στραβ. 148· ― Ταρτήσσιος, α, ον, κάτοικος Ταρτησσοῦ, Ἡρόδ. 4. 192, Ἀριστοφ. Βάτρ. 475· Ταρτήσσιοι, οἱ Ἡρόδ. 1. 163, κλπ.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
Tartessos :
1 anc. v. d’Espagne, à l’embouchure du Bétis;
2 le fl. Bétis.