δίς: Difference between revisions

From LSJ

καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer

Source
(21)
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
Line 18: Line 18:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=(δϝίς, [[δύο]]): [[twice]], Od. 9.491†.
|auten=(δϝίς, [[δύο]]): [[twice]], Od. 9.491†.
}}
{{Slater
|sltr=<b>δῐς</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[twice]] Διαγόρας ἐστεφανώσατο [[δίς]] (O. 7.81) Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος (O. 12.18) τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις [[Ἄρεος]] ὅπλοις (P. 10.13) τετραορίας [[δυώδεκα]] πέτρῳ ἥροάς τ' ἐπεμβεβαῶτας ἱπποδάμους ἕλεν δὶς τόσους (N. 4.30) τὺ δ' Αἰγίναθε [[δίς]], Εὐθύμενες, Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων (Ed. Schwartz: αἰγιναθεας codd.) (N. 5.41) ὑπερεῖσαι λίθον Μοισαῖον [[ἕκατι]] ποδῶν εὐωνύμων δὶς δὴ δυοῖν i. e. the feet of Deinis and Megas (N. 8.48) Οὐλία [[παῖς]] νικάσαις δὶς (N. 10.24) ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώμασαν (N. 10.34) τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον (I. 5.36) “[[μηδὲ]] Νηρέος [[θυγάτηρ]] νεικέων πέταλα δὶς ἐγγυαλιζέτω [[ἄμμιν]]” i. e. [[again]] (I. 8.43)
}}
{{Slater
|sltr=<b>δῐς</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[twice]] Διαγόρας ἐστεφανώσατο [[δίς]] (O. 7.81) Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος (O. 12.18) τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις [[Ἄρεος]] ὅπλοις (P. 10.13) τετραορίας [[δυώδεκα]] πέτρῳ ἥροάς τ' ἐπεμβεβαῶτας ἱπποδάμους ἕλεν δὶς τόσους (N. 4.30) τὺ δ' Αἰγίναθε [[δίς]], Εὐθύμενες, Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων (Ed. Schwartz: αἰγιναθεας codd.) (N. 5.41) ὑπερεῖσαι λίθον Μοισαῖον [[ἕκατι]] ποδῶν εὐωνύμων δὶς δὴ δυοῖν i. e. the feet of Deinis and Megas (N. 8.48) Οὐλία [[παῖς]] νικάσαις δὶς (N. 10.24) ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώμασαν (N. 10.34) τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον (I. 5.36) “[[μηδὲ]] Νηρέος [[θυγάτηρ]] νεικέων πέταλα δὶς ἐγγυαλιζέτω [[ἄμμιν]]” i. e. [[again]] (I. 8.43)
}}
}}

Revision as of 14:11, 17 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δίς Medium diacritics: δίς Low diacritics: δις Capitals: ΔΙΣ
Transliteration A: dís Transliteration B: dis Transliteration C: dis Beta Code: di/s

English (LSJ)

[ῐ], Adv.

   A twice, doubly, with Nouns, δ. τόσσον twice as much, Od. 9.491, cf. Th.6.57, etc.; ἀληθὴς ὁ λόγος ὡς δ. παῖς γέρων Cratin.24; δ. παῖδες οἱ γέροντες Theopomp.Com.69: more freq. with Verbs, τοῦτο δ. ἤδη ἐγένετο Hdt.8.104; δ. φράσαι A.Pers.173, cf. Ag.1384; δ. αἰάζειν καὶ τρίς S.Aj.432; δ. καὶ τρίς φασι καλὸν εἶναι τὰ καλὰ λέγειν Pl.Grg.498e, cf. Phlb.60a, Emp.25; δ. βιῶναι twice over, Men.223.4; δειπνεῖν . . δ. τῆς ἡμέρας Pl.Com.207; ἐς δ. App.Mith.78: ὁ δ. Νέωνος, = son and grandson of N., GDI3092.18 (Aegosthena); Αὐρήλιος Αὐξάνων δ. BCH17.249 (Apamea); Αὐρ. Δοῦ<ρ>λος δ. JHS19.301 (Selmea [Lycaonia]).—In compds. δι-, but δισ- in δισμύριοι, δισχίλιοι, δισθανής, δίσαβος, δισάρπαγος, δίσευνος, etc. (Cf. Skt. dvis 'twice', Lat. bis.)

German (Pape)

[Seite 642] zweimal, entstanden aus δFίς, verwandt δύο, identisch das Lateinische bis, welches ebenfalls aus dvis entstanden ist; hier fiel der T-Laut fort, im Griech. δFίς der P-Laut. Sanskrit. dvis »zweimal«, Curtius Grundz. d. Griech. Etymol. 1, 205. Bei Homer findet sich δίς an einer Stelle, Odyss. 9, 491 δὶς τόσσον, »zweimal so weit«, »doppelt so weit«. Vgl. δισθανής. – Folgende, Soph. Ai. 270 u. A. – In der Zusammensetzung, wo es vor Consonanten mit Ausnahme von σ, u. zuweilen vor θ, τ, μ, φ, χ sein ς verliert, = zweimal, zweifach.

French (Bailly abrégé)

adv.
deux fois.

English (Autenrieth)

(δϝίς, δύο): twice, Od. 9.491†.