ἀγλαόκωμος: Difference between revisions
From LSJ
δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "") |
(SL_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀγλαόκωμος''': -ον, ὁ παρέχων λαμπρότητα εἰς τὴν ἑορτήν, λαμπρύνων τὸν κῶμον, [[φωνή]], Πινδ. Ὀ. 3. 10. | |lstext='''ἀγλαόκωμος''': -ον, ὁ παρέχων λαμπρότητα εἰς τὴν ἑορτήν, λαμπρύνων τὸν κῶμον, [[φωνή]], Πινδ. Ὀ. 3. 10. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=<b>ἀγλᾰόκωμος, -ον</b> <br /> <b>1</b> of [[triumphant]] celebration Δωρίῳ φωνὰν ἐναρμόξαι πεδίλῳ ἀγλαόκωμον (O. 3.6) | |||
}} | }} |
Revision as of 14:29, 17 August 2017
English (LSJ)
ον,
A giving splendour to the feast, φωνή Pi.O.3.6.
German (Pape)
[Seite 16] φωνή, das Fest verherrlichende Stimme, Pind. Ol. 3, 6.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγλαόκωμος: -ον, ὁ παρέχων λαμπρότητα εἰς τὴν ἑορτήν, λαμπρύνων τὸν κῶμον, φωνή, Πινδ. Ὀ. 3. 10.
English (Slater)
ἀγλᾰόκωμος, -ον
1 of triumphant celebration Δωρίῳ φωνὰν ἐναρμόξαι πεδίλῳ ἀγλαόκωμον (O. 3.6)