ἀπελάτης: Difference between revisions

From LSJ

αἰτῶ δ' ὑγίειαν πρῶτον, εἶτ' εὐπραξίαν, τρίτον δὲ χαίρειν, εἶτ' ὀφείλειν μηδενί → first health, good fortune next, and third rejoicing; last, to owe nought to any man

Source
(6_19)
(big3_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπελάτης''': -ου, ὁ, ὁ ἀπελαύνων, κλέπτων ζῷα, «[[ἀπελάτης]] [[κυρίως]] λέγεται [[ὅστις]] θρέμματα ἀπὸ βοσκῆς ἢ βουκολίων ἀποσύρει» κτλ. Γλωσσ. νομ. Λαββαίου.
|lstext='''ἀπελάτης''': -ου, ὁ, ὁ ἀπελαύνων, κλέπτων ζῷα, «[[ἀπελάτης]] [[κυρίως]] λέγεται [[ὅστις]] θρέμματα ἀπὸ βοσκῆς ἢ βουκολίων ἀποσύρει» κτλ. Γλωσσ. νομ. Λαββαίου.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[cuatrero]], [[bandido]] Ptol.<i>Tetr</i>.4.4.7, Iust.<i>Nou</i>.22.15.
}}
}}

Revision as of 11:55, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπελάτης Medium diacritics: ἀπελάτης Low diacritics: απελάτης Capitals: ΑΠΕΛΑΤΗΣ
Transliteration A: apelátēs Transliteration B: apelatēs Transliteration C: apelatis Beta Code: a)pela/ths

English (LSJ)

[λᾰ], ου, δ,

   A driver away, cattle-lifter, Ptol.Tetr.180, Just. Nov.22.15.1.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπελάτης: -ου, ὁ, ὁ ἀπελαύνων, κλέπτων ζῷα, «ἀπελάτης κυρίως λέγεται ὅστις θρέμματα ἀπὸ βοσκῆς ἢ βουκολίων ἀποσύρει» κτλ. Γλωσσ. νομ. Λαββαίου.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ cuatrero, bandido Ptol.Tetr.4.4.7, Iust.Nou.22.15.