δουλότροπος: Difference between revisions
From LSJ
ἔκδοτον σεαυτὴν τῷ σύροντι ποταμῷ τῶν πραγμάτων ἐᾶσαι → abandon yourself to the eddying flow of events
(6_17) |
(big3_12) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δουλότροπος''': -ον, ὁ ἔχων ἤθη, τρόπους δούλου, Γρ. Νύσσ. 3, 254. | |lstext='''δουλότροπος''': -ον, ὁ ἔχων ἤθη, τρόπους δούλου, Γρ. Νύσσ. 3, 254. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον [[servil]] σκευωρία Ast.Am.<i>Hom</i>.14.10.6. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:59, 21 August 2017
German (Pape)
[Seite 662] = δουλογνώμων, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
δουλότροπος: -ον, ὁ ἔχων ἤθη, τρόπους δούλου, Γρ. Νύσσ. 3, 254.
Spanish (DGE)
-ον servil σκευωρία Ast.Am.Hom.14.10.6.