ἀντίφρασις: Difference between revisions

From LSJ
(6_8)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντίφρᾰσις''': -εως, ἡ, ([[ἀντιφράζω]]) παρὰ Ρήτορσι καὶ γραμματ. ἐπὶ λέξεων ἐχουσῶν καλὴν σημασίαν ἀντὶ τῶν ἐχουσῶν κακήν, [[Εὐμενίδες]] ἀντὶ Ἐρινύες, Πόντος εὔξεινος ἀντὶ [[ἄξεινος]], Ἀθήν. 90Β, «ἀντίφρασίς ἐστι [[λόγος]] δι’ ἐναντίου τὸ ἐνάντιον σημαίνων, ὡς [[ὅταν]] τις τὸν τυφλὸν βλέποντα λέγῃ» Ρήτορες (Walz) τ. 8. σ. 722. 10˙ ἴδε Lob. Act. Soc. Gr. 2, σ. 293, κἑξ.
|lstext='''ἀντίφρᾰσις''': -εως, ἡ, ([[ἀντιφράζω]]) παρὰ Ρήτορσι καὶ γραμματ. ἐπὶ λέξεων ἐχουσῶν καλὴν σημασίαν ἀντὶ τῶν ἐχουσῶν κακήν, [[Εὐμενίδες]] ἀντὶ Ἐρινύες, Πόντος εὔξεινος ἀντὶ [[ἄξεινος]], Ἀθήν. 90Β, «ἀντίφρασίς ἐστι [[λόγος]] δι’ ἐναντίου τὸ ἐνάντιον σημαίνων, ὡς [[ὅταν]] τις τὸν τυφλὸν βλέποντα λέγῃ» Ρήτορες (Walz) τ. 8. σ. 722. 10˙ ἴδε Lob. Act. Soc. Gr. 2, σ. 293, κἑξ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">I</b> ret.<br /><b class="num">1</b> [[antífrasis]] figura que consiste en el empleo de una palabra por su opuesta, por tabú lingüístico p. ej. Εὐμενίδες por Ἐρινύες, πόντος εὔξεινος por [[ἄξεινος]] Ath.90b, ἀντίφρασίς ἐστι λόγος δι' ἐναντίου τὸ ἐναντίον σημαίνων Anon.<i>Trop</i>.p.212., cf. Charis.276, Isid.<i>Etym</i>.1.37.24, κατ' ἀντίφρασιν Corn.<i>ND</i> 5, 35, Erot.21.7, Herm.<i>in Phdr</i>.p.176, Porph.<i>Chr</i>.87.<br /><b class="num">2</b> [[lítote]] figura que consiste en negar lo contrario de lo que se quiere afirmar οὐδ' [[ἄρα]] ... γήθησεν por ἐλυπήθη Trypho <i>Trop</i>.p.204.<br /><b class="num">II</b> [[argumento contrario]] τοῦ φιλοσόφου Gel.Cyz.<i>HE</i> 2.18.1.
}}
}}

Revision as of 12:03, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίφρᾰσις Medium diacritics: ἀντίφρασις Low diacritics: αντίφρασις Capitals: ΑΝΤΙΦΡΑΣΙΣ
Transliteration A: antíphrasis Transliteration B: antiphrasis Transliteration C: antifrasis Beta Code: a)nti/frasis

English (LSJ)

εως, ἡ, (ἀντιφράζω) Rhet. and Gramm.,

   A antiphrasis, i.e. the use of words of good sense in place of those of a contrary sense, Εὐμενίδες for Ἐρινύες, πόντος εὔξεινος for ἄξεινος, Ath.3.90b; or οὐδ' ἄρα . . γήθησεν for ἐλυπήθη, Trypho Trop.2.15; κατ' ἀντίφρασιν Corn.ND4, Erot.s.v. ἀσήμοις, Herm.in Phdr.p.176A., Porph.Chr. 87.    II expression by means of negation, Anon.Fig.p.212S.

German (Pape)

[Seite 263] ἡ, Benennung, die mit dem Wesen des Benannten im Widerspruch steht, Ath. III, 90 b, z. B. πόντος εὔξεινος für ἄξεινος.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίφρᾰσις: -εως, ἡ, (ἀντιφράζω) παρὰ Ρήτορσι καὶ γραμματ. ἐπὶ λέξεων ἐχουσῶν καλὴν σημασίαν ἀντὶ τῶν ἐχουσῶν κακήν, Εὐμενίδες ἀντὶ Ἐρινύες, Πόντος εὔξεινος ἀντὶ ἄξεινος, Ἀθήν. 90Β, «ἀντίφρασίς ἐστι λόγος δι’ ἐναντίου τὸ ἐνάντιον σημαίνων, ὡς ὅταν τις τὸν τυφλὸν βλέποντα λέγῃ» Ρήτορες (Walz) τ. 8. σ. 722. 10˙ ἴδε Lob. Act. Soc. Gr. 2, σ. 293, κἑξ.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
I ret.
1 antífrasis figura que consiste en el empleo de una palabra por su opuesta, por tabú lingüístico p. ej. Εὐμενίδες por Ἐρινύες, πόντος εὔξεινος por ἄξεινος Ath.90b, ἀντίφρασίς ἐστι λόγος δι' ἐναντίου τὸ ἐναντίον σημαίνων Anon.Trop.p.212., cf. Charis.276, Isid.Etym.1.37.24, κατ' ἀντίφρασιν Corn.ND 5, 35, Erot.21.7, Herm.in Phdr.p.176, Porph.Chr.87.
2 lítote figura que consiste en negar lo contrario de lo que se quiere afirmar οὐδ' ἄρα ... γήθησεν por ἐλυπήθη Trypho Trop.p.204.
II argumento contrario τοῦ φιλοσόφου Gel.Cyz.HE 2.18.1.