ἀνταυγασία: Difference between revisions
From LSJ
Γύμναζε παῖδας· ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις → Exerce pueros: non exercebis virum → Mit Kindern übe, denn mit Männern ist's zu spät
(6_9) |
(big3_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνταυγασία''': ἡ, [[ἀντανάκλασις]] φωτός, Γλωσσ.: - [[οὕτως]], ἀνταύγεια, ἡ, Φιλόλαος ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 530, Ξεν. Κυν. 5. 18· τῆς χιόνος, ἐκ τῆς χιόνος, Διόδ. 17. 82. | |lstext='''ἀνταυγασία''': ἡ, [[ἀντανάκλασις]] φωτός, Γλωσσ.: - [[οὕτως]], ἀνταύγεια, ἡ, Φιλόλαος ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 530, Ξεν. Κυν. 5. 18· τῆς χιόνος, ἐκ τῆς χιόνος, Διόδ. 17. 82. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ [[reflejo de la luz]], <i>Gloss</i>.2.171. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:08, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A reflection of light, Gloss.:—also ἀνταύγ-εια or ἀνταυγ-ία, ἡ, Placit.2.20.12, X. Cyn.5.18, Plu.2.921b, Ps.-Hp.Hebd.1.52; ἡλίου Onos.29.2; τῆς χιόνος from the snow, D.S.17.82; shining in one's face, ἡλίου Ascl.Tact.12.10.
German (Pape)
[Seite 245] ἡ, der Wiederschein, VLL.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνταυγασία: ἡ, ἀντανάκλασις φωτός, Γλωσσ.: - οὕτως, ἀνταύγεια, ἡ, Φιλόλαος ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 530, Ξεν. Κυν. 5. 18· τῆς χιόνος, ἐκ τῆς χιόνος, Διόδ. 17. 82.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ reflejo de la luz, Gloss.2.171.