ἀμφικνέφαλλος: Difference between revisions

From LSJ

Νὺξ μὲν ἀναπαύει, ἡμέρα δ' ἔργον ποιεῖ → Nam nox quietem praebet, facit opus dies → Die Nacht lässt unsre Arbeit ruhn, der Tag sie tun

Menander, Monostichoi, 385
(6_9)
(big3_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφικνέφαλλος''': ἢ ἀμφικνέφαλος, ον, ἐπὶ κλίνης ἐχούσης προσκεφάλαια [[ἑκατέρωθεν]], πιθαν. γραφ. ἀντὶ [[ἀμφικέφαλος]] ΙΙ.
|lstext='''ἀμφικνέφαλλος''': ἢ ἀμφικνέφαλος, ον, ἐπὶ κλίνης ἐχούσης προσκεφάλαια [[ἑκατέρωθεν]], πιθαν. γραφ. ἀντὶ [[ἀμφικέφαλος]] ΙΙ.
}}
{{DGE
|dgtxt=ἀμφικνέφαλος v. [[ἀμφικέφαλος]].
}}
}}

Revision as of 12:12, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφικνέφαλλος Medium diacritics: ἀμφικνέφαλλος Low diacritics: αμφικνέφαλλος Capitals: ΑΜΦΙΚΝΕΦΑΛΛΟΣ
Transliteration A: amphiknéphallos Transliteration B: amphiknephallos Transliteration C: amfiknefallos Beta Code: a)mfikne/fallos

English (LSJ)

ον,

   A with cushions at both ends, v. ἀμφικέφαλος 11.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφικνέφαλλος: ἢ ἀμφικνέφαλος, ον, ἐπὶ κλίνης ἐχούσης προσκεφάλαια ἑκατέρωθεν, πιθαν. γραφ. ἀντὶ ἀμφικέφαλος ΙΙ.

Spanish (DGE)

ἀμφικνέφαλος v. ἀμφικέφαλος.