ἀντιμαχέω: Difference between revisions

From LSJ

πείθεται πᾶς ἥδιον ἢ βιάζεται (Dio Cassius, Historiae Romanae 8.36.3) → it's always more pleasant to be persuaded than to be forced

Source
(6_5)
(big3_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιμᾰχέω''': ἀνθίσταμαι διὰ τῶν ὅπλων, Διοδ. Ἐκλογ. 502. 69. 2) ὡς νομικὸς ὅρος, ἀνθίσταμαι, [[ἐγείρω]] ἐνστάσεις, [[φέρω]] ἀντιρρήσεις, «[[ὅταν]] ἀντιποιῆταί τις οἰκίας ἢ χωρίου καὶ ὁ πεπρακὼς ἑτέραν ζητῇ τιμὴν καὶ μάχηται, τοῦτο λέγεται ἀντιμαχῆσαι» Α. Β. 184, 13.
|lstext='''ἀντιμᾰχέω''': ἀνθίσταμαι διὰ τῶν ὅπλων, Διοδ. Ἐκλογ. 502. 69. 2) ὡς νομικὸς ὅρος, ἀνθίσταμαι, [[ἐγείρω]] ἐνστάσεις, [[φέρω]] ἀντιρρήσεις, «[[ὅταν]] ἀντιποιῆταί τις οἰκίας ἢ χωρίου καὶ ὁ πεπρακὼς ἑτέραν ζητῇ τιμὴν καὶ μάχηται, τοῦτο λέγεται ἀντιμαχῆσαι» Α. Β. 184, 13.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[resistir]], [[presentar batalla]] Sch.A.<i>Th</i>.793, D.S.23.7.<br /><b class="num">2</b> jur. [[reconvenir]], <i>AB</i> 184.
}}
}}

Revision as of 12:14, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιμᾰχέω Medium diacritics: ἀντιμαχέω Low diacritics: αντιμαχέω Capitals: ΑΝΤΙΜΑΧΕΩ
Transliteration A: antimachéō Transliteration B: antimacheō Transliteration C: antimacheo Beta Code: a)ntimaxe/w

English (LSJ)

   A resist by force of arms, D.S.23.7.    2 as law-term, resist, demur, AB184.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιμᾰχέω: ἀνθίσταμαι διὰ τῶν ὅπλων, Διοδ. Ἐκλογ. 502. 69. 2) ὡς νομικὸς ὅρος, ἀνθίσταμαι, ἐγείρω ἐνστάσεις, φέρω ἀντιρρήσεις, «ὅταν ἀντιποιῆταί τις οἰκίας ἢ χωρίου καὶ ὁ πεπρακὼς ἑτέραν ζητῇ τιμὴν καὶ μάχηται, τοῦτο λέγεται ἀντιμαχῆσαι» Α. Β. 184, 13.

Spanish (DGE)

1 resistir, presentar batalla Sch.A.Th.793, D.S.23.7.
2 jur. reconvenir, AB 184.