ἀποχειρόβιος: Difference between revisions
From LSJ
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
(6_17) |
(big3_6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποχειρόβιος''': -ον, ὁ ἀπὸ τῶν χειρῶν ζῶν, «ἀποχειρόβιοι· οἱ ἁλιεῖς καὶ χειρώνακτες καὶ ἐγχειρογάστορες, οἱ τεχνῖται» Ἡσύχ., [[Πολυδ]]. Α΄, 50. | |lstext='''ἀποχειρόβιος''': -ον, ὁ ἀπὸ τῶν χειρῶν ζῶν, «ἀποχειρόβιοι· οἱ ἁλιεῖς καὶ χειρώνακτες καὶ ἐγχειρογάστορες, οἱ τεχνῖται» Ἡσύχ., [[Πολυδ]]. Α΄, 50. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[que vive del trabajo de sus manos]] Poll.1.50 (ap. crít.), Hsch. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 21 August 2017
English (LSJ)
ον, = sq., Poll.1.50, Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποχειρόβιος: -ον, ὁ ἀπὸ τῶν χειρῶν ζῶν, «ἀποχειρόβιοι· οἱ ἁλιεῖς καὶ χειρώνακτες καὶ ἐγχειρογάστορες, οἱ τεχνῖται» Ἡσύχ., Πολυδ. Α΄, 50.
Spanish (DGE)
-ον
que vive del trabajo de sus manos Poll.1.50 (ap. crít.), Hsch.