διάνυσμα: Difference between revisions
From LSJ
Γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → Scit, quod cupiscit, femina, ulterius nihil → Denn eine Frau versteht nur, was sie will, sonst nichts
(6_21) |
(big3_11) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διάνυσμα''': τό, ἡ συντελεσθεῖσα [[πορεία]], Πολύβ. 9. 13, 6. | |lstext='''διάνυσμα''': τό, ἡ συντελεσθεῖσα [[πορεία]], Πολύβ. 9. 13, 6. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[distancia recorrida]], [[etapa]] τούτων (τῶν πορειῶν) Plb.9.13.6, δ. ἡμερήσιον Plb.9.14.8, καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν Plb.9.15.3. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:24, 21 August 2017
English (LSJ)
ατος, τό, = foreg. 1,
A δ. ἡμερήσιον Plb.9.14.8: pl., ib. 15.3.
German (Pape)
[Seite 593] τό, das Vollendete, bes. eine vollendete Reise, Pol. 9, 13, 15.
Greek (Liddell-Scott)
διάνυσμα: τό, ἡ συντελεσθεῖσα πορεία, Πολύβ. 9. 13, 6.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
distancia recorrida, etapa τούτων (τῶν πορειῶν) Plb.9.13.6, δ. ἡμερήσιον Plb.9.14.8, καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν Plb.9.15.3.