ιλαδόν: Difference between revisions

From LSJ

καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες → they are bold beyond their strength, venturesome beyond their better judgment, and sanguine in the face of dangers

Source
(17)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰλαδόν]] και [[ἰληδόν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> [[κατά]] ίλες, σε ίλες<br /><b>2.</b> άφθονα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἴλη</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. τροπ. επιρρ. -<i>δον</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αναφαν</i>-<i>δόν</i>, <i>πρηνη</i>-<i>δόν</i>). Ο τ. [[ἰλαδόν]] ήταν πιο [[εύχρηστος]] για μετρικούς λόγους].
|mltxt=[[ἰλαδόν]] και [[ἰληδόν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> [[κατά]] ίλες, σε ίλες<br /><b>2.</b> άφθονα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἴλη</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. τροπ. επιρρ. -<i>δον</i> ([[πρβλ]]. [[αναφανδόν]], [[πρηνηδόν]]). Ο τ. [[ἰλαδόν]] ήταν πιο [[εύχρηστος]] για μετρικούς λόγους].
}}
}}

Latest revision as of 18:05, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἰλαδόν και ἰληδόν (Α)
επίρρ.
1. κατά ίλες, σε ίλες
2. άφθονα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴλη + κατάλ. τροπ. επιρρ. -δον (πρβλ. αναφανδόν, πρηνηδόν). Ο τ. ἰλαδόν ήταν πιο εύχρηστος για μετρικούς λόγους].