κέμφος: Difference between revisions

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
(20)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κέμφος]] ή [[κέμπος]], ὁ (Α)<br />(εσφ. γρφ. [[αντί]] [[κέπφος]]) μικρό θαλάσσιο [[πτηνό]].
|mltxt=[[κέμφος]] ή [[κέμπος]], ὁ (Α)<br />(εσφ. γρφ. [[αντί]] [[κέπφος]]) μικρό θαλάσσιο [[πτηνό]].
}}
{{pape
|ptext=ὁ, = [[κέπφος]].
}}
}}

Latest revision as of 16:35, 24 November 2022

Greek Monolingual

κέμφος ή κέμπος, ὁ (Α)
(εσφ. γρφ. αντί κέπφος) μικρό θαλάσσιο πτηνό.

German (Pape)

ὁ, = κέπφος.