ὀνοκοίτης: Difference between revisions
From LSJ
Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις εὐθέως (ἐνθέως) → Verehre Gott und alles schaffst du auf der Stell (gotterfüllt) → Verehre Gott, sogleich hast du durchweg Erfolg
(29) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 6: | Line 6: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὀνοκοίτης]], ὁ (Α)<br />(ως χλευαστική [[προσωνυμία]] που δόθηκε από τους Εθνικούς στον Ιησού Χριστό) αυτός που κείται σε [[φάτνη]] όνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνος]] <span style="color: red;">+</span> [[κοίτη]] ( | |mltxt=[[ὀνοκοίτης]], ὁ (Α)<br />(ως χλευαστική [[προσωνυμία]] που δόθηκε από τους Εθνικούς στον Ιησού Χριστό) αυτός που κείται σε [[φάτνη]] όνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνος]] <span style="color: red;">+</span> [[κοίτη]] ([[πρβλ]]. [[ανεμοκοίτης]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:55, 11 May 2023
German (Pape)
[Seite 348] ὁ, der in der Eselskrippe Liegende, Spottname, den die Heiden Christus gaben, Tertull.
Greek (Liddell-Scott)
ὀνοκοίτης: -ου, ὁ, ὁ κείμενος ἐντὸς φάτνης ὄνων, λεγόμενον ὑπὸ ἐθνικῶν συγγραφέων περὶ τοῦ ΚΥΡΙΟΥ ἡμῶν, Τερτυλλ. Ἀπολ. 16. Ἀλλ’ ὑπάρχουσι διάφ. γραφ. καὶ ὁ Oehler ἀναγινώσκει ὀνοκοιήτης, ὁ τὸν ὄνον λατρεύων, ὀνολάτρης, μνημονεύων τὰς παρ’ Ἡσυχίῳ γλώσσας: κοίης· ἱερεὺς..· κοᾶται· ἱερᾶται.
Greek Monolingual
ὀνοκοίτης, ὁ (Α)
(ως χλευαστική προσωνυμία που δόθηκε από τους Εθνικούς στον Ιησού Χριστό) αυτός που κείται σε φάτνη όνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + κοίτη (πρβλ. ανεμοκοίτης)].