προξενείο: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
(34)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, Ν<br /> <b>1.</b> το [[οίκημα]] στο οποίο [[είναι]] εγκατεστημένη η προξενική [[αρχή]] μιας χώρας («[[απέναντι]] από το [[προξενείο]] της Ισπανίας»)<br /> <b>2.</b> η προξενική [[αρχή]] («... το ελληνικό [[προξενείο]] έκανε έντονο [[διάβημα]]»).<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρόξενος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>είο</i> (<b>πρβλ.</b> <i>δημαρχ</i>-<i>είο</i>). Η λ., στον λόγιο τ. προξενεῖον, μαρτυρείται από το 1833 στους <i>Ελληνικούς Κώδικες</i>].
|mltxt=το, Ν<br /> <b>1.</b> το [[οίκημα]] στο οποίο [[είναι]] εγκατεστημένη η προξενική [[αρχή]] μιας χώρας («[[απέναντι]] από το [[προξενείο]] της Ισπανίας»)<br /> <b>2.</b> η προξενική [[αρχή]] («... το ελληνικό [[προξενείο]] έκανε έντονο [[διάβημα]]»).<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρόξενος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>είο</i> ([[πρβλ]]. [[δημαρχείο]]). Η λ., στον λόγιο τ. προξενεῖον, μαρτυρείται από το 1833 στους <i>Ελληνικούς Κώδικες</i>].
}}
}}

Latest revision as of 16:10, 11 May 2023

Greek Monolingual

το, Ν
1. το οίκημα στο οποίο είναι εγκατεστημένη η προξενική αρχή μιας χώρας («απέναντι από το προξενείο της Ισπανίας»)
2. η προξενική αρχή («... το ελληνικό προξενείο έκανε έντονο διάβημα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόξενος + κατάλ. -είο (πρβλ. δημαρχείο). Η λ., στον λόγιο τ. προξενεῖον, μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες].